Αθήνα: το άλλο πρόσωπο της πόλης

0 σχόλια


Γράφουν: Κεραμάρη Γεωργία και Νάκου Κατερίνα, δημοσιογράφοι
Πηγή: socialactivism.gr


 Plaka Athens by night by Piddling

Η Αθήνα που θέλουμε..

 Στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας «χτυπάει» η οικονομική, κοινωνική, καλλιτεχνική και εμπορική καρδιά της χώρας. Η πόλη διαθέτει ένα αξιοζήλευτο ιστορικό υπόβαθρο και έναν ανεξάντλητο πλούτο αξιοθέατων που μπορούν να την αναδείξουν ως κορυφαίο τουριστικό προορισμό. Η Ακρόπολη, ο Ναός του Ολυμπίου Διός και οι θησαυροί του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου εξακολουθούν να γεμίζουν δέος την παγκόσμια κοινότητα. Αγέρωχα μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς βρίσκονται διάσπαρτα σε κάθε γωνιά της πόλης. Αφηγούνται την μακρόχρονη ιστορία της. Στο ιστορικό κέντρο γραφικά πλακόστρωτα δρομάκια, παραδοσιακά καφενεία και αρχαίοι οικισμοί ξεπροβάλλουν μέσα από τα χαλάσματα. Ταξιδεύουν νοερά τον επισκέπτη σε μια άλλη εποχή. Στα αξιοζήλευτα αυτά μνημεία προστίθεται μια ανεξάντλητη ποικιλία από ενδιαφέροντα στοιχεία που εκτείνονται  από τον πολιτισμό, το θέατρο τη μουσική, την διασκέδαση και φθάνουν μέχρι τη γαστρονομία, τη θάλασσα, τον ήλιο και τις γειτονικές εξορμήσεις. Η πόλη συνδυάζει την ιστορία και το παρελθόν με τη σύγχρονη πραγματικότητα μιας μεγάλης μεσογειακής πόλης.
  
Η Αθήνα, ανοχύρωτη πόλη

 Αντί αυτού η «άλλη» εικόνα της πόλης είναι πολύ κατώτερη των προσδοκιών του επισκέπτη. Η πόλη έχει παραδοθεί ανευ όρων στο περιθώριο. Το γκρίζο πρόσωπο της πόλης αποκαλύπτεται. Το πυκνοδομημένο κέντρο εχει μετατραπεί σε «άβατο» περιθωριακών ομάδων. Έχει γίνει γκέτο ανεξέλεγκτης ανομίας και εγκληματικότητας, απομακρύνοντας κάθε νόμιμη επαγγελματική δραστηριότητα. Πολλά κτίρια εγκαταλείπονται. Άλλα λεηλατούνται. Το κέντρο ερημοποιείται. Η κατάσταση είναι έκρυθμη, η εικόνα αποκαρδιωτική. Συνεχείς απεργίες, έκνομες δραστηριότητες, υπαίθρια παζάρια, παραβατικές συμπεριφορές, κίνηση και οχλαγωγία.
 Οι ιστορίες που ξετυλίγονται καθημερινά μπροστά στα μάτια των κατοίκων της, δεν είναι πάντοτε ενθαρρυντικές για όποιον ζει και εργάζεται στο κέντρο της πρωτεύουσας. Έξω από την Εθνική Βιβλιοθήκη θα συναντήσει κανείς ναρκομανείς να αναζητούν τη δόση τους, ενώ στους δρόμους κάτω από την πλατεία Ομονοίας όπως στη Σωκράτους, την Ευριπίδου ή την Ζήνωνος, η εγκληματικότητα καθιστά επικίνδυνη την πρόσβαση όταν πέφτει η νύχτα.
 Εικόνες ντροπής ξεδιπλώνονται μπροστά στα μάτια των επισκεπτών. Ναρκωτικά, πορνεία, λαθρεμπόριο τσιγάρων και ρούχων, κλοπές, ξυλοδαρμοί, ληστείες είναι πλέον οι συνηθισμένες δράσεις ομάδων που καθημερινά τρομοκρατούν τους εμπόρους και τους μόνιμους κατοίκους της περιοχής. Το παραεμπόριο ακμάζει. Επαίτες και άστεγοι παντού, σε κάθε γωνιά της πόλης. Οι εξαθλιωμένοι αυτοί άνθρωποι υπενθυμίζουν μέσα από την παρουσία τους την ύπαρξη ενός διάτρητου κοινωνικού συστήματος και μίας ασθμαίνουσας οικονομίας. Το ίδιο και οι συζητήσεις των καθημερινών ανθρώπων, που πραγματεύονται συνεχώς το ίδιο θέμα. Τι άλλο; Το ζήτημα της κρίσης. Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα είναι απογοητευτική. Κυρίαρχο συναίσθημα είναι η ανασφάλεια. Ανασφάλεια που προκύπτει από το οικονομικό και κοινωνικό τέλμα και το αβέβαιο μέλλον.
 Οι Αθηναίοι πασχίζουν για να μην χάσουν το χαμόγελο τους. Αυτό δηλαδή που έκανε τους Έλληνες, γνωστούς για την φιλοξενία τους στα πέρατα της γης. Μάχονται επίσης για να μην χάσουν την περηφάνεια τους. Περηφάνεια για την τεράστια ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά που φέρει αυτή η πόλη. Και φυσικά ελπίζουν ότι κάτι μπορεί να αλλάξει και να βγούν από αυτή την αδιέξοδη κατάσταση.

 Ο Τουρισμός σε «κρίση»

 Υπό αυτές τις συνθήκες η πόλη μετρά τις «πληγές» της στον τουρισμό. Στον τουρισμό, την βαριά βιομηχανία της χώρας. Τον κλάδο που θα μπορούσε να είναι ατμομηχανή ανάπτυξης για την πόλη μας. Τον τουρισμό που τον έχουμε αφήσει «έρμαιο» του οικονομικού και κοινωνικοπολιτικού αδιέξοδου. Τον κλάδο που θα μπορούσε εν μέρει να είναι λύση στην κρίση.
 Δυστυχώς, η πραγματικότητα είναι δυσοίωνη. Εκατοντάδες είναι τα λουκέτα σε ξενοδοχεία ενώ οι πληρότητες βρίσκονται σε «ελεύθερη πτώση». Η είκονα της πόλης γίνεται συχνά πυκνά αντικείμενο αρνητικών συζητήσεων στα διεθνή μέσα. Η προβληματική αυτή κατάσταση έχει ως συνέπεια, με τη σειρά της, το κοινό να μετατοπίζεται σε περιφερειακές αγορές τη στιγμή που ακροδεξιά στοιχεία βρίσκουν την ευκαιρία να πάρουν το νόμο στα χέρια τους αναζητώντας εξιλαστήρια θύματα. Οι τελευταίοι στρέφουν το μένος τους σε βάρος αδυνάτων με τη συνενοχή, μάλιστα, υπολογίσιμου τμήματος της κοινωνίας.
 Ποια θα ήταν άραγε η εικόνα για τη τουριστική «βιομηχανία» της πόλης αν επιλύονταν τα προβλήματα που κρατούν τους τουρίστες μακριά από το «κλεινόν άστυ»; Είναι εφικτή η διατύπωση ρεαλιστικών προτάσεων στους φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ώστε να διασωθεί το αρχαιότερο μητροπολιτικό κέντρο της Ευρώπης; Είναι δυνατό να υπάρξει επανεκκίνηση της τουριστικής ανάπτυξης της πόλης; Μπορεί άραγε η πόλη να αναγεννηθεί;

Είναι εφικτή η τουριστική αναγέννηση της πόλης;

 Η ίδια η ιστορία της πόλης δίνει τη δική της απαντήση στο ερώτημα πέρι αναγέννησης. Απάντηση που φαίνεται μάλιστα ιδιαίτερα καθησυχαστική και φερέλπιδα. Και στην Αθήνα έχει υπάρξει προηγούμενη αναγέννηση. Αναγέννηση που αφορούσε την ευρύτερη περιοχής της Πλάκας. Η Πλάκα παρόλο που αποτελούσε τον πυρήνα του ιστορικού κέντρου της πόλης, γνώρισε πολύπλευρη απαξίωση τις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Φυσικά, τότε δεν υπήρχαν μετανάστες για να εποικίσουν την περιοχή και το κράτος διέθετε πολλά ιδιόκτητα ακίνητα γύρω από τους αρχαιολογικούς χώρους. Κατάφερε όμως να αναγεννηθεί.
 Σε κάθε περίπτωση το κρίσιμο στοίχημα για την Αθήνα είναι να προστατεύσει τις βασικές μητροπολιτικές λειτουργίες της και να περιορίσει την αισθητική υποβάθμιση των εμβληματικών της σημείων που την ανέδειξαν στο παρελθόν διεθνή τουριστικό προορισμό. Η Αθήνα θα πρέπει να γίνει και πάλι ενας ελκυστικός και ασφαλής προορισμός.
 Καταρχήν, εκείνο που κρίνεται αναγκαίο από πλευράς της Κοινωνίας Πολιτών αλλά και Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι η αλλαγή νοοτροπίας. Απαιτείται δίχως άλλο συλλογική προσπάθεια προκειμένου να συμβιώσουμε σε ένα πιο ασφαλές και ελκυστικό περιβάλλον. Πώς θα γίνει αυτό; Με τη συμμετοχή των πολιτών στα κοινά και την εμπλοκή τους στη λήψη αποφάσεων που αφορούν την τοπική κοινωνία σε επίπεδο Δήμου ή της γειτονιάς τους. Δυστυχώς, σε αυτή τη συγκυρία η Κοινωνία των Πολιτών είναι ισχνή. Η δύναμη της είναι αναξιοποίητη. Ως πολίτες οφείλουμε να αναλάβουμε τις προσωπικές ευθύνες μας. Να βοηθήσουμε να αλλάξει η πόλη πορεία «πλεύσης». Να γίνουμε «πλοηγοί» και συνδιαμορφωτές του κοινού οράματος για μια όμορφη πόλη. Δεν αρκεί να μεμψιμοιρούμε και να καταγγέλουμε πάντα τους «άλλους». Δεν φτάνει το να νοσταλγούμε την παλιά αίγλη της πόλης. Αντίθετα, θα πρέπει ο καθένας από εμάς να αναλάβει τα ηνία μιας κοινής ελπιδοφόρας πορείας. Να διεκδικήσουμε το κύρος που ανήκει στην πόλη. Να συμβάλλουμε στην ανάδειξη της πόλης. Μιας πόλης με μνημεία απαράμιλλου κάλλους, με εμβληματικές προσωπικότητες και φυσικές ομορφιές.
  
Πώς μπορούμε να αλλάξουμε την πόλη μας;

 Ιδέες υπάρχουν πολλές. Επί παραδείγματι, ο Δήμος ή οι ιδιώτες θα μπορούσαν να παραχωρήσουν εγκαταλελειμμένα οικόπεδα προκειμένου να μεταμορφωθούν σε κοινωνικούς λαχανόκηπους, ενθαρρύνοντας έτσι την αποτελεσματική χρήση της γης και την αποκατάσταση των φυσικών χώρων που υπήρξαν θύματα της οικιστικής ανάπτυξης. Τα οφέλη είναι πολλαπλά. Οι κοινωνικοί λαχανόκηποι μπορούν να δημιουργήσουν μικρές «οάσεις» πρασίνου. Μπορούν να βάλουν χρώμα στο γκρίζο της πόλης. Έχουν τη δυνατότητα να βελτιώσουν το μικροκλίμα της πόλης μειώνοντας την αφόρητη ζέστη του καλοκαιριού. Παράλληλα, προσφέρουν ευκαιρία για αναψυχή και ψυχική εκτόνωση, συνιστώντας ένα είδος δημιουργικής απασχόλησης, εκπαίδευσης και σωματικής άσκησης.
 Για την περαιτέρω ανάδειξη του φυσικού πλούτου, κρίνονται σκόπιμες εκδηλώσεις του Δήμου σε κοινόχρηστους - ανοιχτούς χώρους και η διοργάνωση Φεστιβάλ σε πλατείες και περιοχές με υψηλό δείκτη παραβατικότητας. Ένα τέτοιο σημείο θα μπορούσε να είναι για παράδειγμα το πεδίο του Αρεως. Το συγκεκριμένο πάρκο που μαζί με τον Εθνικό Κήπο και τους Λόφους του Φιλοπάππου, του Λυκαβηττού και του Στρέφη αποτελούν τους πνεύμονες πρασίνου της αθηναϊκής πρωτεύουσας εμφανίζει εικόνα εγκατάλειψης. Το πάρκο θα μπορούσε να αποτελέσει ιδανικό πεδίο περιπατητικού τουρισμού, όπως ακριβώς συμβαίνει με πολλά άλλα πάρκα του εξωτερικού. Η φιλοξενία πολιτιστικών γεγονότων θα μπορούσε να είναι ένα σημαντικό βήμα προς την αναγέννηση του συγκεκριμένου πάρκου.
 Το ενιαίο δίκτυο πεζοδρόμων και η ενοποίηση αρχαιολογικών χώρων είναι ακόμα ένα σχέδιο που φιλοδοξεί να δώσει μιαν άλλη πνοή στην πόλη. Ένα σχέδιο που θα μπορούσε να τονώσει περαιτέρω την ανάπτυξη του περιπατητικού τουρισμού. Το πρόγραμμα «Rethink Athens», με χορηγό προς το ελληνικό δημόσιο το Ίδρυμα Ωνάση, αφορά μια ευρεία παρέμβαση στο κέντρο της πρωτεύουσας, από τη λεωφόρο Αμαλίας έως το τέλος της οδού Πατησίων, με κεντρικό άξονα την οδό Πανεπιστημίου και κομβικό σημείο τον σχεδιασμό μιας νέας Πλατείας Ομονοίας. Βασικός στόχος θα είναι η ανάδειξη του κέντρου της Αθήνας ως εστίας επιχειρηματικής δράσης, αναψυχής και πολιτισμού.
 Η κατασκευή δικτύου ποδηλατοδρόμων που θα διευκόλυνε τις μετακινήσεις των κατοίκων του κέντρου θα βελτίωνε σημαντικά την εικόνα της Αθήνας και την ποιότητα ζωής των κατοίκων της. Σύγχρονες Ευρωπαϊκές πόλεις όπως το Παρίσι και η Βαρκελώνη το 2007 και το Λονδίνο τρία χρόνια αργότερα έχουν υιοθετήσει σύστημα ενοικίασης ποδηλάτων που ενθαρρύνει τους κατοίκους να χρησιμοποιούν το ποδήλατο για να καλύψουν αποστάσεις στο κέντρο των πόλεων τους, ελαχιστοποιώντας με αυτόν τον τρόπο τη χρήση του αυτοκινήτου. Γιατί όχι λοιπόν και η Αθήνα που αντιμετωπίζει μεγάλα κυκλοφοριακά ποδήλατα στο κέντρο της;
 Επιπλέον, αναφορικά με την αισθητική των πιο πολυσύχναστων δρόμων της, εγκαταλελειμμένες βιτρίνες, θα μπορούσαν να γεμίσουν με φωτογραφίες και εκθέματα που μαρτυρούν την ιστορία τους. Το φωτογραφικό project «Μια φωτογραφία για την Αθήνα» το οποίο συνδιοργανώνουν το Αθηναϊκό Καλλιτεχνικό δίκτυο, ο Οργανισμός Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου Αθηναίων (ΟΠΑΝΔΑ) και ο Εμπορικός Σύλλογος Αθηνών αποτελεί μια ιδιαιτέρως αξιόλογη πρωτοβουλία προς αυτήν την κατεύθυνση. Έτσι, οι Αθηναίοι αντικρίζουν κατά πρόσωπο το παρελθόν της γειτονιάς όπου ζουν και εργάζονται καθημερινά. Ρίχνοντας ματιές στα περασμένα, προσανατολίζονται για το μέλλον, εμπνέονται ώστε να αλλάξουν το πρόσωπο της πόλης τους.
 Σε αυτό το πλαίσιο, ομάδες δραστήριων ανθρώπων, μπορούν να πάρουν τα ηνία και να οργανώσουν πολιτιστικές εκδηλώσεις, συσσίτια, ανταλλακτικά παζάρια, υπαίθρια πάρτυ. Πρόκειται για δράσεις που ήδη συμβαίνουν στην πόλη μας. Αυτό που απαιτείται, όμως, είναι μεγαλύτερος συντονισμός από πλευράς του Δήμου και της Κοινωνίας Πολιτών ώστε αυτές να γίνουν ευρύτερα γνωστές. Καλλιτέχνες δρόμου (street artists) μπορούν και πρέπει να δράσουν, να ανακαλύψουν μέσα από την τέχνη τον κοινωνικό τους ρόλο, ρίχνοντας χρώμα στο τσιμέντο και στις γκρίζες προσόψεις των πολυκατοικιών…
 Ας μην ξεχνάμε, όμως, και άλλο ένα σημείο «κλειδί» για την ανάπτυξη, τον κρίσιμο τομέα της καθαριότητας. Ο περιορισμός των πηγών ρύπανσης, η αποτελεσματική διαχείριση των αποβλήτων αλλά και η ενίσχυση της συχνότητας αποκομιδής των κάδων απορριμμάτων στα επίμαχα σημεία της πόλης αποτελούν προτεραιότητα για την Αθήνα όπως και για κάθε σύγχρονη Ευρωπαϊκή πρωτεύουσα.
 Ένα άλλο μελανό σημείο για την πόλη είναι ανεπαρκής ατυνόμευση. Η εικοσιτετράωρη και έντονη αστυνόμευση του Κέντρου θα ενίσχυε την αίσθηση της ασφάλειας, κάτι που θα είχε θετικά απότελέσματα οχι μόνο στο τουρισμό αλλα και σε όλες τις πτυχές της ζωής στη πόλη. Η πρόσφατη προσπάθεια για την επαναφορά του θεσμού του αστυνομικού της γειτονιάς πιθανώς να προσδώσει και αυτή μεγαλύτερη ασφάλεια στο Κέντρο.
 Παράλληλα, προτείνεται η χρήση κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης (CCTV). Έχει παρατηρηθεί διεθνώς ότι όπου η πυκνότητα των καμερών ασφαλείας είναι υψηλή, εξαλείφονται τα φαινόμενα μικροπαραβατικής συμπεριφοράς.
 Μια ακόμη αξιόλογη πρωτοβουλία θα ήταν να ανοίξουν αναψυκτήρια ή να επαναλειτουργήσουν χώροι εγκαταλελειμμένοι που βρίσκονται εντός χώρων πρασίνου στο κέντρο της πρωτεύουσας. Η έλλογη χρήση τους, ενδεχομένως να ζωντάνευε σημεία σπάνιου φυσικού κάλλους στην καρδιά της πόλης που δυστυχώς παραμένουν ξεχασμένα. Αναφέρουμε ενδεικτικά, το ιστορικό café που σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Δημήτρης Πικιώνης στο παρεκκλήσιο του Άγιου Δημήτριου Λουμπαρδιάρη κοντά στην Πνύκα και παραμένει κλειστό εδώ και έξι χρόνια.
 Η αειφόρος ανάπτυξη θα πρέπει να στοχεύει στην ανάδειξη της πολιτιστικής ταυτότητας της Αθήνας και της ιστορικής φυσιογνωμίας του κέντρου ειδικότερα. Τα Νεοκλασικά κτίρια, πραγματικά κοσμήματα στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας, δεν πρέπει να αφεθούν στην τύχη τους. Η αναπαλαίωση τους, αντίθετα, και η ανακατασκευή κατεστραμμένων κτιρίων θα οδηγούσε στην αποτελεσματική τους αξιοποίηση, τη χρήση τους ως χώρων φιλοξενίας ευπαθών ομάδων, εκπαίδευσης μειονοτήτων ή αιθουσών τέχνης. Μήπως ήρθε επιτέλους η ώρα να διεκδικήσουμε μια πόλη βιώσιμη για τους κατοίκους, τους επισκέπτες και όσους ελπίζουν σε ένα καλύτερο αύριο;


Εθελοντισμός: σύμμαχος ή εχθρός των εργαζομένων;

0 σχόλια



Οι εθελοντές είναι άνθρωποι της «διπλανής» πόρτας. Είναι όμως και άνθρωποι της «πρώτης» γραμμής. Άτομα που παίρνουν τις ζωές τους στα χέρια τους. Συνδιαμορφωτές και «πλοηγοί» ενός κοινού οράματος για ένα καλό μέλλον. Άνθρωποι που δεν μεμψιμοιρούν, δεν σκύβουν το κεφάλι, δεν αρέσκονται να θεωρητικολογούν αλλά προτιμούν να αναλαμβάνουν δράση.
 
Ο εθελοντισμός θεριεύει στην εποχή της κρίσης. Θα τον αναχαιτίσουμε;

Καθώς βαθαίνει η κρίση, ο εθελοντισμός προβάλλεται ως η μόνη ρεαλιστική δύναμη ελπίδας. Ο εθελοντισμός είναι αναντίλεκτα κάτι παραπάνω από μία νέα κοινωνική τάση κόντρα στους χαλεπούς καιρούς της κρίσης. Είναι έμπρακτος τρόπος αλληλέγγυας ζωής και όχι μια έννοια κενή περιεχομένου. Σηματοδοτεί τον απεγκλωβισμό από τον ατομικισμό και την αναγνώριση της αξίας της συλλογικότητας. Όντας η πιο ουσιαστική συνιστώσα της Κοινωνίας των Πολιτών, επιτρέπει να εκφραστούν τα βαθύτερα αλτρουϊστικά ένστικτα προς τον πασχίζοντα συνάνθρωπο. Είναι ίσως η μόνη φερέλπιδα πρόταση για να ξεπεραστούν τα αδιέξοδα των άδικων συστημάτων κοινωνικής προστασίας. Αποτελεί επομένως το βασικό όχημα για μια «άλλη» καλύτερη κοινωνία. Μια κοινωνία με λιγότερο κρατισμό αλλά χωρίς κατ΄ανάγκη περισσότερη αγορά. Με λιγότερη γραφειοκρατεία και κομματοκρατία αλλά με μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή. Οι εθελοντές με βασικό «όχημα» τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών πέρνουν τα ηνία και γίνονται συνδιαμορφωτές ένα κοινού οράματος για μία καλύτερη ζωή. Ποιοί είναι όμως οι εθελοντές και ποιά τα κίνητρα τους;  
                                                                              
Εθελοντισμός: Δούναι και λαβείν 

ethelontismos-3
Οι εθελοντές είναι άνθρωποι της «διπλανής» πόρτας. Είναι όμως και άνθρωποι της «πρώτης» γραμμής. Άτομα που παίρνουν τις ζωές τους στα χέρια τους. Συνδιαμορφωτές και «πλοηγοί» ενός κοινού οράματος για ένα καλό μέλλον. Άνθρωποι που δεν μεμψιμοιρούν, δεν σκύβουν το κεφάλι, δεν αρέσκονται να θεωρητικολογούν αλλά προτιμούν να αναλαμβάνουν δράση. Είναι πραγματικοί ιδεαλιστές. Θεωρούν ότι δεν υπάρχουν φραγμοί στην κοινωνική προσφορά.
Οι εθελοντές όμως δεν «δίνουν» μόνο αλλά και «εισπράτουν». Το κυριότερο κίνητρο για μια εθελοντική δράση είναι αναμφισβήτητα η ηθική αμοιβή. Εξίσου σημαντική όμως είναι η δυνατότητα μετεκπαίδευσεων και απόκτησης πιστοποίησης προυπήρεσίας. Σε αδρές γραμμές, η εθελοντική δράση επιτελεί μαθησιακή και μορφωτική λειτουργία. Ο εθελοντισμός ενισχύει ακόμη την απόκτηση κοινωνικών, επικοινωνιακών και επαγγελματικών δεξιοτήτων. Ενδυναμώνει το άτομο και δίνει νέο περιεχόμενο στη ζωή των ατόμων. Παράλληλα, ο εθελοντής διευρύνει το δίκτυο των κοινωνικών επαφών του, κάτι που μπορεί να τον βοηθήσει μελλοντικά στην εύρεση εργασίας. Κοντολογίς, ο εθελοντισμός αυξάνει τη δυνατότητα ενεργού συμμετοχής των νέων στη ζωή και την εργασία και μπορεί δυνητικά να αποτελεί πηγή μελλοντικών θέσεων εργασίας.

 Οι ΜΚΟ «αιμορραγούν», η κοινωνία πασχίζει

 αρόλα αυτά υπάρχουν πολλά σύννεφα αμφισβήτησης που σκιάζουν το βαρυσήμαντο έργο τους. Δυστυχώς, το εθελοντικό κίνημα στην χώρα μας αντιμετωπίζεται από πολλούς πολίτες με δυσπιστία και υποκρισία. Κυριαρχεί ένας ισοπεδωτικός κυνισμός. Πολλοί κάνουν λόγο για κρατικό εναγκαλισμό, άλλοι για παράνομες χρηματοδοτήσεις και διαπλεκόμενα συμφέροντα. Δεν θα ήθελα να καθαγιάσω τις Μ.Κ.Ο. Παντού υπάρχει η εξαίρεση στο κανόνα. Όμως, το να περάσει κανείς στην αντίπερα όχθη, θεωρώντας τις Μ.Κ.Ο. πηγή όλων των δεινών της χώρας είναι άποψη μυωπική. Δαιμονοποιώντας επομένως το σύνολο των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, απαξιώουμε κάθε πράξη κοινωνικής προσφοράς. Μπορούμε άραγε με τον κυνισμό αυτό να υπερβούμε τα σημερινά αδιέξοδα της κοινωνίας; Αν δεν υπάρχουν ΜΚΟ, είναι εφικτή η αυτοοργάνωση εθελοντικών δικτύων; Είναι δυνατή η εκταμίευση πόρων από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο για προγράμματα κοινωφελούς σκοπού όπως τα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας;

 Οι οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών και πάλι στο στόχαστρο

 Ένα από τα χαρακτηριστικά «χτυπήματα» που είχαν να αντιμετωπίσουν οι Μ.Κ.Ο. ήταν η καθυστερήση των πληρωμών για τα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας. Η υπόθεση εξελίχθηκε σε πραγματικό τραγέλαφο. Την ζοφερή πραγματικότητα της μη καταβολής των δεδουλευμένων τους καλούνται να αντιμετωπίσουν οι ωφελούμενοι στα προγράμματα αυτά. Δυστυχώς για μία ακόμη φορά στα γραφειοκρατικά γρανάζια της Δημόσιας Διοίκησης «κόλλησε» το ζήτημα της εκταμίευσης των χρημάτων.
Τις πταίει για αυτήν όμως την καθυστέρηση; Το μόνο σίγουρο είναι πως δεν ευθύνονται οι Μ.Κ.Ο. αλλά ο συνήθης ύποπτος, η Δημόσια Διοίκηση. Πιο συγκεκριμένα, τα προγράμματα αυτά επιχορηγούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσω του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ). Συνεπώς, μιλάμε για υπαρκτά κονδύλια που προορίζονται για τον συγκεκριμένο σκοπό και όχι για να καλυφθούν άλλες «τρύπες» της κυβέρνησης. Οι δε ασφαλιστικές εισφορές πληρώνονται από τον ΟΑΕΔ. Πρόκειται δηλαδή για χρήματα που έχουν κρατηθεί από τις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων.
Έστω και αν η κοινωφελής εργασία λειτουργεί εμβαλλωματικά, δίνοντας προσωρινή μόνο λύση στο ζήτημα της ανεργίας, στην δεδομένη περίσταση λειτουργεί ως μια «ανάσα» για εκατοντάδες υπερχρεωμένα νοικοκυριά.
Ο εμπαιγμός του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων θα πρέπει επομένως να τελειώσει. Καθώς οι δικαιολογίες για την καθυστέρηση εναλλάσονται, η κατάσταση δυναμιτίζεται. Άλλοτε έχει καθυστερήσει ο έλεγχος των δικαιολογητικών. Άλλοτε ο φόρτος εργασίας των υπαλλήλων της Διεύθυνσης Οικονομικών του Υπουργείου Εργασίας είναι απαγορευτικός για να επιταχύνθουν οι σχετικές διαδικασίες. Άλλοτε λείπουν οι αρμόδιοι υπάλληλοι. Άλλοτε η βραδύτητα οφείλεται στο γεγονός ότι τα προγράμματα αυτά είναι νεοσύστατα και δεν υπάρχει η απαραίτητη τεχνογνωσία.
Τα εμπόδια και οι δικαιολογίες μοιάζουν με «μία λερναία ύδρα», όπου όταν αντιμετωπίζεται ένα πρόβλημα προκύπτουν άλλα δυο... Η αδικαιολόγητη καθυστέρηση των πληρωμών δυναμιτίζει συθέμελα την κοινωνική συνοχή. Το σημαντικό, εν προκειμένω, δεν είναι που οφείλεται η δυσκινησία της κρατικής μηχανής, αυτή άλλωστε είναι δεδομένη επί σειρά ετών, αλλά το τι θα γίνει για να διασφαλιστεί η αξιοπρεπής διαβίωση των υπαλλήλων.
Σημειωτέον ότι επί τούτου υπήρξαν πολλές αντιδράσεις από υγιείς Μ.Κ.Ο. που συκοφαντούνται συλλήβδην για διαπλοκή. Οργανώσεις που θέλουν όντως να προσφέρουν στα πλαίσια της ανάπτυξης της κοινωνικής οικονομίας και που βλέπουν το ρόλο τους να ισοπεδώνεται καθώς αυτές καλούνται να πληρώσουν «αμαρτίες άλλων». Δυστυχώς όμως μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά...
Τα χτυπήματα για τις Μ.Κ.Ο. δεν τελειώνουν όμως εδώ. Πέρα από το έλλειμα ενημέρωσης και την γενικευμένη δυσπιστία για τους στόχους και τον τρόπο λειτουργίας τους, οι οργανώσεις εθελοντών έχουν να αντιμετωπίσουν ένα ακατάλληλο φορολογικό και νομικό πλαίσιο, που δεν επιτρέπει επ’ ουδενί να προωθηθούν οι κοινωφελείς στόχοι.
Οι Μ.Κ.Ο. καλούνται να επιβιώσουν σε χαλεπούς καιρούς. Επικρατούν συνθήκες πιστωτικής ασφυξίας. Παράλληλα, ο βαθμός εθελοντικής συμμετοχής στη χώρα μας μοιάζει να είναι από τους μικρότερους στην Ευρώπη. Δυστυχώς, η Κοινωνία των Πολιτών είναι ισχνή, αναιμική, ανημπορη να αντιμετωπίσει τη γενικευμένη δυσπιστία και να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Θα την αφήσουμε να επιτελέσει το έργο της όπως ακριβώς συμβαίνει στις περισςότερες ευρωπαϊκές χώρες;
Το βασικότερο εμπόδιο όμως στην ανάπτυξη της Κοινωνία των Πολιτών είναι η ίδια η Δημόσια Διοίκηση. Η τελευταία δεν είναι σε θέση να συνεργαστεί ικανοποιητικά με αυτές τις οργανώσεις. Η ελλειπής γνώση των διοικητικών στελεχών στα θέματα που αφορούν την Κοινωνία των Πολιτών αλλά και η αδυναμία τους να κατανοήσουν τον βαρυσήμαντο ρόλο τους εμποδίζει την απρόσκοπτη λειτουργία τέτοιων οργανώσεων.