Βιομηχανικό Μουσείο Φωταερίου: Μία εξερεύνηση στο παρελθόν της Αθήνας

0 σχόλια

Αναδημοσίευση από socialactivism.gr


Τα εγκαίνια του Μουσείου

Το δικό τους νοερό «ταξίδι» στη βιομηχανική εποχή του 19ου αιώνα μπορούν να κάνουν οι Αθηναίοι πολίτες. Η πόλη εγκαινιάζει, την Κυριακή 27 Ιανουαρίου και ώρα 10.00 με 18.00, το πρώτο «Βιομηχανικό Μουσείο Φωταερίου». Πρόκειται για ένα ακόμη έργο και δραστηριότητα που αναπτύσεται στο χώρο της «Τεχνόπολης» του Δήμου Αθηναίων.
Το παλιό εργοστάσιο φωταερίου ανοίγει τις πύλες του για το κοινό. Τριάντα περίπου χρόνια μετά το κλείσιμο του το εργοστάσιο αξιοποιείται ως ένα «βιομηχανικό μουσείο» απαράμιλλης αρχιτεκτονικής, ίσως ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στον κόσμο. Η «Τεχνόπολη» αναδεικνύεται πλέον τόσο ως πολύδύναμος χώρος πολιτιστικών και καλλιτεχνικών γεγονότων όσο και ως το πρώτο «Βιομηχανικό Μουσείο Φωταερίου».
Οι επισκέπτες του μουσείου θα έχουν την ευκαιρία να αναβιώσουν την καθημερινότητα της λειτουργίας ενός εργοστασίου που λειτουργούσε αδιάλειπτα για περίπου 130 χρόνια. Το εργοστάσιο  που υπήρξε «ατμομηχανή» ανάπτυξης για την τοπική κοινωνία των Αθηνών και που σήμερα θεωρείται ένα από τα καλύτερα διατηρητέα στην Ευρώπη «ξαναζωντανεύει» και σας προσκαλεί να το ανακαλύψετε.
Αυθεντικά αντικείμενα, μηχανήματα, πλούσιο φωτογραφικό υλικό, ηχητικά ντοκουμέντα και βιντεοπροβολές διηγούνται την πολύχρονη ιστορία του. Κάντε επομένως έναν μουσειολογικό περίπατο γεμάτο εικόνες μιας «άλλης» εποχής. Περιηγηθείτε στις εγκαταστάσεις του και παρακολουθήστε τη γραμμή παραγωγής του φωταερίου. Ανακαλύψτε τη βιομηχανική κληρονομιά και τη βιομηχανική αρχαιολογία της εποχής. Περπατήστε μπροστά από τα μεγάλα καζάνια, τις επιβλητικές καμινάδες και τους θεόρατους φούρνους. Ζήστε το τεχνολογικό θαύμα μιας άλλης εποχής. Γνωρίστε το επιχειρηματικό πνεύμα των ανθρώπων του 19ου αιώνα. Εμπλουτίστε τις γνώσεις σας για τις παλαιές μορφές ενέργειας. Καλωσήρθατε στο πρώτο βιομηχανικό μουσείο της πόλης, ένα  μνημείο πολιτισμού, γεμάτο εικόνες, συναισθήματα γνώσεις, αλλά και ιστορία.
Το εργοστάσιο αφηγείται τη δική του ιστορία...
f17keramari2Το εργοστάσιο φωταερίου της Αθήνας ιδρύθηκε το 1857, τρία δηλαδή χρόνια μετά το μεταξουργείο Δουρούτη κατόπιν βασιλικού διατάγματος του Όθωνα. Με το διάταγμα αυτό παραχωρήθηκε στο Γάλλο επιχειρηματία Φραγκίσκο Φεράλδη το δικαίωμα να κτίσει και να λειτουργήσει εργοστάσιο φωταερίου και να κατασκευάσει το δίκτυο δημόσιου φωτισμού της πρωτεύουσας του νεοσύστατου τότε Ελληνικού κράτους. Οι δύο αυτές πρώτες βιομηχανίες της Αθήνας επρόκειτο να καθορίσουν  την πολεοδομική και οικονομική ανάπτυξη της πόλης. Από τα εν λόγω εργοστάσια πήραν μάλιστα το όνομα τους δύο από τις πιο πυκνοκατοικημένες συνοικίες της πρωτεύουσας, το Μεταξουργείο και το Γκάζι.
Το εργοστάσιο φωταερίου υπήρξε η πρώτη μονάδα παραγωγής ενέργειας στην χώρα. Η θέση του οδήγησε στην περαιτέρω ανάπτυξη της οδού Πειραιώς και στην μετεξέλιξη της ευρύτερης περιοχής σε μια από τις σημαντικότερες βιομηχανικές ζώνες της πόλης. Προσέδωσε, δίχως άλλο, στην πόλη το χαρακτήρα της σύγχρονης, οικονομικά ανεξάρτητης πόλης, κατά τα πρότυπα των μεγάλων και ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών πόλεων της εποχής.
f17keramari3
H ιστορία του εργοστασίου χωρίζεται σε πέντε διακριτές φάσεις :
  • Ίδρυση και πρώτη περίοδος λειτουργίας (1862-1887): το 1862  δημιουργήθηκαν οι πρώτες εγκαταστάσεις όπως οι υδατοδεξαμενές, οι καμινάδες, η αίθουσα καθαρισμού και οι αποθήκευτικοί χώροι. Παράλληλα, τοποθετήθηκαν μηχανήματα, όπως οι κλίβανοι απόσταξης και τα αεριοφυλάκια. Κατά την πρώτη περίοδο λειτουργίας του εργοστασίου, το φωταέριο κάλυπτε κυρίως τις ανάγκες του δημόσιου φωτισμού.
  • Επέκταση εργοστασίου και δικτύου κατανάλωσης (1887-1920): κατά την φάση αυτή διεύρυνεται το δικτύο παροχής φωταερίου. Εκτός από τις λάμπες φωτισμού των δρόμων, σπίτια και βιομηχανίες προστίθενται στο δίκτυο και συγκροτούν το πελατολόγιο του εργοστασίου. Ανεγείρεται ακόμη νέα καμινάδα, επιπλέον σειρά φούρνων, δύο αεριοφυλάκια, καθώς και κτίρια για την εξυπηρέτηση των εργαζομένων.
  • Το εργοστάσιο ως δημοτική επιχείρηση (1920-1952): μετά τη λήξη του συμβολαίου της γαλλικής εταιρίας (1938) το εργοστάσιο περιέρχεται στο Δήμο Αθηναίων ως δημοτική επιχείρηση. Εισάγεται η γερμανική τεχνολογία για τη βελτίωση της ποιότητας του αερίου. Προστίθεται επίσης νέα μονάδα παραγωγής υδαταερίου και τρίτη καμινάδα.
  • Η εποχή της ΔΕΦΑ (1952-1984): το 1952 ιδρύεται η Δημοτική Επιχείρηση Φωταερίου Αθηνών (ΔΕΦΑ). Παρά την οικοδομική ανάπτυξη που βιώνει η Αθήνα τη δεκαετία του 1960 και τις συνεχείς προσπάθειες ανασυγκρότησης που γίνονται, το εργοστάσιο υπολειτουργεί, καθώς η μορφή ενέργειας που παράγει θεωρείται αναχρονιστική και κοστοβόρα. Ήδη, η ηλεκτρική ενέργεια αρχίζει να επεκτείνεται ενώ το δίκτυο κατανάλωσης φωταερίου συρρικνώνεται. Το 1983 διακόπτεται σταδιακά η διαδικασία παραγωγής αερίου από λιθάνθρακα και το δίκτυο ενώνεται με τα Ελληνικά Διυλιστήρια Ασπροπύργου, όπου καθιερώνεται η παραγωγή φωταερίου με την τεχνολογία της νάφθας. Το εργοστάσιο κλείνει οριστικά τον Αύγουστο του 1984, καθώς η λειτουργία του θεωρήθηκε πλέον ακατάλληλη εξαιτίας της ρύπανσης που προκαλούσε τόσο στην ευρύτερη περιοχή, όσο και σε όλη την πόλη της Αθήνας.
  • Ανάπλαση και δημιουργία του Βιομηχανικού Αρχαιολογικού Πάρκου (1984-2004): στα τέλη της δεκαετίας του 1990 ξεκίνησαν από το δήμο Αθηναίων οι πρώτες μελέτες για την αποκατάσταση, την αξιοποίηση και επανάχρηση των παλαιών εγκαταστάσεων. Η διαδικασία αυτή ολοκληρώθηκε λίγο πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004.
Ένα φιλόδοξο εγχείρημα υλοποιείται...
Το 2011 η νέα διοίκηση της «Τεχνόπολης» ανέλαβε το φιλόδοξο έργο της δημιουργίας «Βιομηχανικού Μουσείου Φωταερίου». Το έργο υλοποίησης ανατέθηκε σε μια ομάδα  επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων όπως μουσειολόγους, ιστορικούς, μηχανολόγους μηχανικούς αρχιτέκτονες, πολιτικούς μηχανικούς, συντηρητές. Ένα χρόνο μετά, το παλαιό εργοστάσιο φωταερίου ανοίγει τους χώρους του στο κοινό και παρουσιάζει την «ιστορία» του για πρώτη φορά.  Στόχος της διοίκησης της «Τεχνόπολις»  είναι να διαφυλάξει και να αναδείξει την ιστορία και την τεχνολογία του παλαιού εργοστασίου φωταερίου.



Χρήσιμες πληροφορίες

Τοποθεσία: «Τεχνόπολις» Δήμου Αθηναίων: Πειραιώς 100, Γκάζι

Πρόσβαση:

  • Με μετρό: Σταθμός «Κεραμεικός», Τρόλεï: No. 21 (από Ομόνοια), Στάση «Παλαιά Αγορά»
  • Λεωφορεία: 035, 049, 811, 838, 914, Β18, Γ18, 731, 031, Στάση «Παλαιά Αγορά»

Τηλέφωνα: 210 3475518, 210 3453548


Email:




Τιμή εισιτηρίου: Η είσοδος την ημέρα των εγκαινίων θα είναι ελεύθερη ενώ μετά τις 28/1 η τιμή εισόδου θα είναι 1€


Πηγές


http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=334936

Φούχτελ ή λούφα και παραλλαγή στην Τοπική Αυτοδιοίκηση;

0 σχόλια

Αναδημοσίευση από socialactivism.gr
 Γράφει η Γεωργία Κεραμάρη,
Δημοσιογράφος

Η ανθεκτική παράδοση ενός υδροκέφαλου Κράτους και μιας ασθμαίνουσας Τοπικής Αυτοδιοίκησης

Μετά την «Εργασιακή Εφεδρεία» τη σκυτάλη παίρνει η «Διαθεσιμότητα»

Η ιστορία σχετικά με τη μείωση των δημοσίων υπαλλήλων θα μπορούσε να παραλληλιστεί με ένα βαρετό «χιλιοπαιγμένο» σενάριο. Ας θυμηθεί κανείς τι έγινε τον Oκτώβρη του 2011. Τότε, το γνωστό πολυνομοσχέδιο της εργασιακής εφεδρείας περνά κατά πλειοψηφία στη Βουλή. Μετά από αντίσταση δυο ετών στις πιέσεις της τρόικας, οι πρώτοι από τους χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους βλέπουν την πόρτα της εξόδου από το δημόσιο να ανοίγεται διάπλατα μπροστά τους. Κάποιοι πίστεψαν ότι καταρρίφθηκε ένα μεγάλο ταμπού για τη χώρα μας, η άρση δηλαδή της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων. Τελικά, όσοι το πίστεψαν, διαψεύστηκαν, καθώς το μέτρο της εργασιακής εφεδρείας αποδείχθηκε ότι πάρθηκε μόνο για το θεαθήναι. Οι αριθμοί καταδεικνύουν με ενάργεια την αναποτελεσματικότητα λήψης σχετικών αποφάσεων. Πιο συγκεκριμένα, από τους 15.000 υπαλλήλους, που υποσχέθηκε η τότε κυβέρνηση Παπανδρέου να βγάλει στην εφεδρεία, στο τέλος εκείνης της χρονιάς είχαν φύγει μετά κόπων και βασάνων μόνο 700!

Τον περασμένο Αύγουστο η κυβέρνηση Σαμαρά επανέφερε το θέμα. Επανεφηύρε μάλιστα μια νέα, έξυπνη, όπως την αποκάλεσε, εργασιακή εφεδρεία. Την ονόμασε διαθεσιμότητα. Έτσι, αποφασίστηκε να προβούν στην αποχώρηση, αρχικά, οι λεγόμενοι επίορκοι δημόσιοι υπάλληλοι, όσοι, δηλαδή, έχουν εκκρεμότητες με ποινικά και διοικητικά παραπτώματα. Ο Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, κύριος Μανιτάκης σχολίασε μάλιστα σχετικά: «Το διοικητικό αυτό μέτρο λαμβάνεται προς το συμφέρον της ίδιας της δημόσιας υπηρεσίας και προς αποκατάσταση της πειθαρχικής ευθύνης, τόσο των δημοσίων υπαλλήλων όσο και των πειθαρχικών οργάνων. Οι υπάλληλοι που υπάγονται στο μέτρο είναι ελάχιστοι, μερικές εκατοντάδες σε ένα σύνολο 600.000 δημοσίων υπαλλήλων. Δεν είναι δυνατόν, αυτοί οι ελάχιστοι υπάλληλοι να προστατεύονται από ένα άτυπο καθεστώς ανομίας και ανοχής.»
Μόνο που οι επίορκοι δεν αρκούν για να συμπληρωθεί ο αριθμός των 150.000 υπαλλήλων που θα έπρεπε να αποχωρήσουν σε τρία χρόνια. Έτσι, στους υποψήφιους για τη διαθεσιμότητα προστέθηκαν οι ωρομίσθιοι και οι αορίστου χρόνου, με μια προτίμηση για τους ΔΕ, που έχουν προσληφθεί εκτός ΑΣΕΠ ή εκτός διαδικασίας επιλογής σύμφωνα με προκαθορισμένα και αντικειμενικά κριτήρια υπό τον έλεγχο ανεξάρτητης αρχής.
Πιο συγκεκριμένα η ρύθμιση αφορά αποκλειστικά:
  • Υπαλλήλους που υπηρετούν με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σε υπηρεσίες κεντρικές και περιφερειακές, του Δημοσίου, των ανεξάρτητων αρχών, των ΝΠΔΔ, των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού και των ΝΠΙΔ που ανήκουν στον δημόσιο τομέα. Δηλαδή, δεν αφορά μόνιμο προσωπικό.
  • Υπαλλήλους Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Δηλαδή, δεν αφορά υπαλλήλους υποχρεωτικής και πανεπιστημιακής εκπαίδευσης (Υ.Ε. και Π.Ε).
  • Υπαλλήλους των ειδικοτήτων Διοικητικού, Διοικητικού Λογιστικού, Διοικητικού οικονομικού και Διοικητικών Γραμματέων. Δηλαδή, δεν αφορά υπαλλήλους καμίας άλλης ειδικότητας.
Στόχος του μέτρου της διαθεσιμότητας είναι η μείωση της συγκέντρωσης των υπαλλήλων. Οι υπάλληλοι που θα επιλέχθούν, θα ενταχθούν άμεσα στο σχήμα της κινητικότητας, ώστε να μεταφερθούν σε υπηρεσίες όπου υπάρχουν διαπιστωμένες ανάγκες σε προσωπικό, ιδίως εκεί όπου η υποστελέχωση δημιουργεί έντονα προβλήματα και καθυστερήσεις εξυπηρέτησης του πολίτη, όπως τα ΚΕΠ, οι διευθύνσεις συντάξεων στο δημόσιο και στα ασφαλιστικά ταμεία κ.τ.λ.

Τα επεισόδια στην ΔΕΘ κάνουν το γύρο του κόσμου
Στο μέτρο της διαθεσιμότητας κλήθηκαν πρώτοι να συμμετάσχουν οι υπάλληλοι της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Το εναρκτήριο λάκτισμα για τις ταραχές που ακολούθησαν δόθηκε όμως από τον κύριο Φούχτελ, που τόλμησε να ξεστομήσει το κοινό μυστικό! Ότι είναι δηλαδή υπεράριθμοι οι υπάλληλοι που υπηρετούν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση! Ποιός ταράζεται άραγε όταν το ακούει; Ποιός δεν το ασπάζεται; Ποιός αγνοεί ότι έχουμε έναν τεράστιο μεν, αναποτελεσματικό δε κρατικό μηχανισμό, ένα υδροκέφαλο κράτος και μια ασθμαίνουσα Τοπική Αυτοδιοίκηση; Γιατί δεν ίδρωσε το αυτί κανενός τόσα χρόνια που μεγάλωνε και παρήκμαζε αυτός ο κρατικός μηχανισμός; Πού ήταν τόσα χρόνια οι συνδικαλιστές; Δεν έβλεπαν τη δαμόκλειο σπάθη, επικρεμάμενη πάνω από τα κεφάλια τους; Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Ο κύριος Φουχτελ, Υφυπουργός Εργασίας της Γερμανίας και εντεταλμένος της Γερμανικής Κυβέρνησης για την Ελληνογερμανική συνεργασία επισκέφτηκε τη Θεσσαλονίκη, στο πλαίσιο της τρίτης Ελληνογερμανικής Συνέλευσης που πραγματοποιήθηκε στο συνεδριακό κέντρο «Ν. Γερμανός» της ΔΕΘ. Μια μέρα πρίν τη Συνέλευση προκειμένου να καταδείξει το πρόβλημα των υπεράριθμων δημοσίων υπαλλήλων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τόλμησε να δηλώσει με σχετική αφέλεια:
«Υπάρχουν μελέτες και έρευνες που έδειξαν ότι για εργασίες όσον αφορά την Τοπική Αυτοδιοίκηση απαιτούνται 3.000 εργαζόμενοι στην Ελλάδα, ενώ στη Γερμανία η δουλειά διεκπεραιώνεται με 1.000 άτομα. Θα πρέπει να δοθούν απαντήσεις, ιδιαίτερα στους εταίρους που χρηματοδοτούν διαδικασίες στην Ελλάδα, γιατί δε γίνεται πιο αποτελεσματική εκμετάλλευση του εργατικού δυναμικού και να φανούν τρόποι πώς θα μειωθεί ο αριθμός τους».
Ύστερα από την επίμαχη αυτή δήλωση του οι δημοσιογράφοι έφυγαν κατενθουσιασμένοι, καθώς είχαν καταγράψει μια δήλωση «βόμβα», που έριχνε λάδι στη φωτιά... Ο κύριος Φούχτελ αμέριμνος για τη δήλωση του, δεν είχε συνειδητοποίησει εξαρχής πως μιας τέτοιας δήλωσης μύρια επεισόδια έπονται... Όταν η δήλωση βγήκε στον αέρα κάποιοι, Γερμανοί και Ελληνες, που βρίσκονταν στην πόλη για τη Συνέλευση ανασκουμπώθηκαν, προβληματισμένοι για το τι θα επακολουθήσει. Μάλιστα, ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης κύριος Γιάννης Μπουτάρης, δεν δίστασε να επισημάνει στον Φούχτελ ότι «έκανε γκέλα».
Το ίδιο απόγευμα ο κύριος Φούχτελ στην ΕΤ3 επιχείρησε να «μαζέψει» την επίμαχη δήλωση, διευκρινίζοντας ότι εννοούσε πως «είναι τόσο κακό το σύστημα Αυτοδιοίκησης στην Ελλάδα που χρησιμοποιεί περισσότερους εργαζόμενους από όσους χρειάζονται», αλλά ήταν ήδη πολύ αργά.
Τα «τέλια» του κ. Θέμη Μπαλασόπουλου, προέδρου της ΠΟΕ ΟΤΑ και των απεργών της ΠΟΕ ΟΤΑ που είχαν καταφθάσει ήδη στη Θεσσαλονίκη για να υποδεχθούν τους «σύγχρονους γερμανούς καταχτητές και τους επίδοξους συνεργάτες τους», πήραν φωτιά. Ακολούθησαν προπηλακισμοί μελών της γερμανικής αντιπροσωπείας στη ΔΕΘ. Ο κύριος Μπαλασόπουλος, αφού χαρακτήρισε τον Φούχτελ «αρπαχτουλάκη» και με μια γερή δόση ειρωνείας συνέχισε λέγοντας: «Ο Φούχτελ είπε ότι παρεξηγήθηκαν οι δηλώσεις του. Έτσι κι εμείς λέμε ότι τα επεισόδια ήταν μια... παρεξήγηση». Ο κύριος Μπαλασόπουλος ερωτηθείς, μάλιστα, για το εάν ο κύριος Φούχτελ είναι το πρόβλημα της Ελλάδας σήμερα και για το αν οι Γερμανοί ευθύνονται για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα δήλωσε: «Αν υπήρχε ελληνική κυβέρνηση, θα τον έβαζε σε ένα αεροπλάνο και θα τον έστελνε στη χώρα του. Όμως, δεν υπάρχει ελληνική κυβέρνηση. Υπάρχουν μόνο φερέφωνα και ανδρείκελα της Μέρκελ, που υπηρετούν και εφαρμόζουν πιστά τις επιταγές της Τρόικας σε βάρος της ελληνικής κοινωνίας. Αυτό είναι το μήνυμα που πρέπει να περάσουμε σήμερα. Γι’ αυτό κατέβηκε τόσος κόσμος, που ήταν όλοι εργαζόμενοι».
Το κλίμα στη συγκέντρωση των εργαζομένων ήταν ιδιαίτερα ηλεκτρισμένο. Οι δηλώσεις Φούχτελ εξελήφθησαν ως “
casus belli”. Ακολούθησαν γραφικές στιγμές. Έτσι, η συγκέντρωση έγινε υπό τους ήχους γερμανικών εμβατηρίων, ενώ ανάμεσα στα συνθήματα που ακούστηκαν ήταν και το «μαζί, μαζί, να διώξουμε τους ναζί». Μόλις έφθασε ο πρόξενος της Γερμανίας στη Θεσσαλονίκη Wolfgang-Obermaier και άλλα μέλη της γερμανικής αντιπροσωπείας, ομάδα διαδηλωτών κινήθηκε προς το μέρος τους και προσπάθησε να τους εμποδίσει να μπουν στον χώρο της ΔΕΘ. Η εικόνα του γερμανού πρόξενου κ. Βόλφγκανγκ Χέσλερ Ομπερμάγιερ, να δέχεται καταιγισμό από μπουκάλια νερό, καφέδες έκαναν τον γύρο του κόσμου.
Ισχυρή αστυνομική δύναμη ανέλαβε να οδηγήσει τον πρόξενο στο εσωτερικό της ΔΕΘ, ενώ τα ΜΑΤ προσπάθησαν να απομακρύνουν διά της βίας τον κόσμο. Περίπου 300 εργαζόμενοι και συνδικαλιστές, μαζί και ο πρόεδρος της ΠΟΕ ΟΤΑ κατάφεραν να εισβάλουν στη ΔΕΘ και τότε ξεκίνησε το ανθρωποκυνηγητό, με τα ΜΑΤ να κάνουν χρήση χημικών. Οι διαδηλωτές κατάφεραν να φθάσουν έξω από το «Ν. Γερμανός», όπου διεξάγονταν η 3η Ελληνογερμανική Συνέλευση, στην οποία επικρατούσε έκδηλη αμηχανία.
Το βαρύ κλίμα από τις αποδοκιμασίες των εργαζομένων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση επιχείρησε να ελαφρύνει και ο Γερμανός πρόξενος, σχολιάζοντας:
«Ίσως δημιουργήθηκε η παρεξήγηση, πως η Ελληνογερμανική Συνέλευση θέλει να μειώσει τις θέσεις εργασίας στην ελληνική Αυτοδιοίκηση. Δεν ήμουν θύμα αντιδράσεων. Ήταν παρεξήγηση και ευτυχώς έχασα μόνο τα γυαλιά μου που κόστιζαν μόλις 3 ευρώ. Ελπίζω όμως να λύσουμε αυτές τις παρεξηγήσεις». Παράλληλα, η ίδια η καγκελάριος Μέρκελ παρενέβη δηλώνοντας ότι «η βία δεν αποτελεί μέσο αντιπαράθεσης».
Η αντίθεση ανάμεσα στη φιλική ατμόσφαιρα μεταξύ των συμμετεχόντων στη διάσκεψη και το κλίμα ταραχής που επικρατούσε στον εξωτερικό χώρο ήταν κάτι παραπάνω από έκδηλη. Καθώς μέσα στην αίθουσα μια θεατρική ομάδα έπαιζε ένα έργο για τη συνεργασία και την κατανόηση, έξω οι διαδηλωτές έπαιζαν ύμνους των ναζί και πολλοί φώναζαν «Εξω οι Γερμανοί» και «Δεν θα αγοράσετε την Ελλάδα».

Για όσους δεν έχουν κοντόθωρα μάτια και μισόκουφα αυτιά
Είναι γεγονός πως υπάρχουν εκατοντάδες τραγικές ιστορίες πίσω από το ενδεχόμενο απολύσεων. Δυστυχώς, όμως η θλίψη και η οργή δεν αλλάζουν την πραγματικότητα. Δε μπορούν να σώσουν την χώρα μας από την κατρακύλα. Όλοι μας και ο καθένας από την πλευρά του θα πληρώσει προσωπικά το τίμημα. Όλοι μας πρέπει να δούμε την αλήθεια και να κάνουμε την κριτική μας. Δεν γίνεται στο εξής να έχουμε κοντόθωρα μάτια και μισόκουφα αυτιά. Οι πρυτανεύουσες αντιλήψεις για την οργάνωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρέπει να τεθούν σε άλλη βάση. Η επανεπινόηση όμως του θεσμού δυστυχώς δεν γίνεται χωρίς κόστος.
Η δήλωση του Φούχτελ δεν αποτέλεσε κεραυνό εν αιθρία. Θα ήταν υποκριτικό άλλωστε να ισχυριστεί κανείς κάτι τέτοιο. Είναι κοινή παραδοχή πως στην Τοπική Αυτοδιοίκηση υπάρχει πλεονάζον προσωπικό. Πολλοί εξ αυτών διορίστηκαν με τρόπο ρουσφετολογικό. Είναι επίσης αλήθεια, πως πολλοί άλλοι εργαζόμενοι στην ιδιωτική οικονομία έχασαν τις δουλειές τους, πληρώνοντας το βαρύ τίμημα ενός υπερδιογκωμένου δημόσιου τομέα. Όλοι γνωρίζαν επίσης για τη διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, το πάρτι σπατάλης, διαφθοράς, σκανδάλων, υπερτιμολογήσεων έργων, άχρηστων δημοτικών «εταιριών», πλεονάζοντος προσωπικού, παράνομων διορισμών...Κανείς επίσης δεν αγνοούσε την καλπάζουσα γραφειοκρατία και την τυπολατρία στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, αλλά ποτέ δεν ίδρωσε το αυτί κανενός!

Κανείς μέχρι τότε, δεν είχε διαμαρτυρηθεί για την απουσία Διοίκησης Ολικής Ποιότητας, την έλλειψη Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, την απουσία μέτρησης συγκριτικής απόδοσης των υπαλλήλων (benchmarking), την ανυπαρξία κατάρτισης προυπολογισμού βάσει δεικτών απόδοσης ή την αδυναμία εφαρμογής κανονιστικής μεταρρύθμισης στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Κανείς μέχρι τότε δε θεώρησε ως desideratum την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος. Κανείς δεν κατέκρινε την παθητική στάση της δημοσιουπαλληλίας ή την αριθμητική ανισοκατανομή των δημοσίων υπαλλήλων.
Αναντίλεκτα, η Τοπική Αυτοδιοίκηση μετεξελίχθηκε σε «μεγάλο ασθενή» εξαιτίας τέτοιων παρωχημένων πρακτικών, οι οποίες επί δεκαετίες έτρωγαν σαν σαράκι το κύρος της και την δυνατότητά της να υπηρετεί τον πολίτη. Δυστυχώς, για όλα αυτά δεν έφταιξε ο Φούχτελ! Στη δήλωση του, μάλλον βρήκαν κάποιοι, απλώς τον αποδιοπομπαίο τράγο!

Τώρα η χώρα αναγκάζεται, να προσαρμοστεί βίαια και πιθανότατα σε πολλές περιπτώσεις άδικα. Δυστυχώς, όταν δε λύνονται τα προβλήματα συν τω χρόνω, έρχεται η ώρα που συσσωρεύονται και επιστρέφουν με πολύ μεγαλύτερη ένταση. Σήμερα σε ένα περιβάλλον πρωτόγνωρης οικονομικής κρίσης την οποία βιώνει ο Ελληνικός Λαός, πρέπει να ληφθούν διορθωτικές αποφάσεις σε μηδενικό χρόνο, προκειμένου η χώρα να ορθοποδήσει, και σε αυτό το πλαίσιο η Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν μπορεί να εξαιρεθεί.

Η προσεκτική διαχείριση των οικονομικών, η αντικειμενική αξιολόγηση του υπαλληλικού προσωπικού, η ανακατανομή των ανθρώπινων πόρων, προκειμένου να καλυφθούν ανάγκες σε άλλες υπηρεσίες, η απομάκρυνση άμεσα όλων των επίορκων υπαλλήλων που δυσφημούν το σώμα των 600.000 δημοσίων υπαλλήλων, πρέπει να αποτελέσουν άμεση προτεραιότητα στις λειτουργίες των Ο.Τ.Α. Ο θεσμός της Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρέπει να βγεί από το κάδρο ενός από τους πιο διεφθαρμένους τομείς της Δημόσιας Διοίκησης, προκειμένου το μέλλον της να μην είναι κάτι παραπάνω από δυσοίωνο. 

Οι διαρθρωτικές αλλαγές στη Τοπική Αυτοδιοίκηση αποτελούν προϋπόθεση υπέρβασης της δεινής κρίσης που περνά ο τόπος. Η στείρα άρνηση των αναγκαίων αλλαγών και η καλλιέργεια ενός κλίματος φόβου και ανησυχίας στους υπαλλήλους δεν βοηθά ούτε τους ίδιους ούτε τη διοίκηση να αλλάξει. Και είναι επιτακτική ανάγκη το κράτος και η διοίκηση να μεταρρυθμιστούν άμεσα.



Πηγές:

Οι δηλώσεις Φούχτελ άναψαν το φυτίλι στη Θεσσαλονίκη
Θεωρεί πολλούς τους εργαζόμενους: Λάδι στη φωτιά από τον Φούχτελ
Οι τρεις ημέρες του κ. Φούχτελ στη Θεσσαλονίκη http://news.kathimerini.gr

Μανιτάκης: Η διαθεσιμότητα αποβλέπει στην αποκατάσταση του κύρους του Δημοσίου

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση στα Social Media: Αναδυόμενες όψεις ενός πολλά υποσχόμενου φαινομένου

0 σχόλια

Αναδημοσίευση από socialactivism.gr
 Γράφει η Γεωργία Κεραμάρη
Δημοσιογράφος

sm topiki1Με την ανάδυση των Νέων Τεχνολογιών, η πολιτική των «μπαλκονιών» έχει μετεξελιχθεί σε πολιτική του «Διαδικτύου», ενώ τα πληκτρολόγια έχουν αντικαταστήσει την εξέδρα των πολιτών. Σε κάθε περίπτωση είτε πρόκειται δηλαδή για ψηφιακή επικοινωνία είτε για «πρόσωπο με πρόσωπο» επικοινωνία, το ζητούμενο για τον πολιτικό είναι να κατέβει από το δικό του «μπαλκόνι», να γίνει δηλαδή προσιτός στο ευρύ κοινό στο οποίο απευθύνεται. Ποιά όμως πρέπει να είναι η θέση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στις αλλαγές που έχει σημάνει η έλευση του Social Internet;

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι θεσμός, που φύσει και θέση, χαρακτηρίζεται για την εγγύτητά της προς τους πολίτες. Ως τέτοιος θεσμός, οφείλει να «αγκαλιάζει» πρακτικές της άμεσης τοπικής δημοκρατίας. Να είναι πάντα κοντά στους πολίτες, να αφουγκράζεται τις ανάγκες των τοπικών κοινωνιών και να προσαρμόζει το έργο της βάσει της ανάδρασης που λαμβάνει από αυτές. Η προσέγγιση όμως ενός μαζικού κοινού, έστω και τοπικά συγκεντρωμένου, όπως αυτό των τοπικών κοινωνιών, ήταν παλαιότερα μία δύσκολη, χρονοβόρα και κοστοβόρα υπόθεση. Ως απόρροια, η πολιτική της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ήταν απρόσωπη και απρόσιτη ενώ η συμμετοχή στα κοινά θεωρούνταν ένα προνομιακό πεδίο άσκησης πολιτικής, προορισμένο αποκλειστικά για λίγους και εκλεκτούς. Η προβληματική αυτή κατάσταση φαίνεται πως μπορεί να ξεπεραστεί εν μέρει, αν οι αρχές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης υιοθετήσουν τις εφαρμογές του συμμετοχικού διαδικτύου (participative web), γνωστού και ως Web 2.0.
Το Web 2.0 είναι η λύδια λίθος του συμμετοχικού διαδικτύου, το οποίο δίχως άλλο πρεσβεύουν τα social media. Βασίζεται σε “peer-to-peer” εφαρμογές και σε user-generated περιεχόμενο. Παρενθετικά, αναφέρεται ότι το user-generated περιεχόμενο αναφέρεται σε περιεχόμενο που εντοπίζεται σε διαφορετικούς τύπους media, το οποίο δημιουργείται και δημοσιεύεται από ερασιτέχνες χρήστες. Μπορεί να πάρει διάφορες μορφές όπως κειμένου, εικόνας, audio, video.
Μηχανές αναζήτησης, διαδικτυακές κοινότητες, blogs, social networks, wikis, είναι μερικές από τις διαδικτυακές πλατφόρμες που συνθέτουν το «μωσαϊκό» της διαδικτυακής αναζήτησης ή ανάρτησης πληροφοριών που μπορούν να αξιοποιηθούν από την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Αυτή νέα μορφή της ηλεκτρονικής word-of-mouth επικοινωνίας σημαίνει ότι ο οποιοσδήποτε χρήστης μπορεί να μοιράζεται τη γνώμη του ή την εμπειρία του με άλλα άτομα. Πρόκειται, μάλιστα, για μια αμιγώς «πολιτοκεντρική» και δημοκρατική προσέγγιση της επικοινωνίας, αφού οι φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης έχουν απολέσει τον απόλυτο έλεγχο των μηνυμάτων που φτάνουν στους κατοίκους της εκάστοτε τοπικής κοινωνίας. Συνεπώς, θα ήταν μεγάλο ατόπημα για τους φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης να παραβλέψουν αυτές τις αλλαγές, που έχουν επέλθει στο νέο επικοινωνιακό τοπίο και να απωθηθούν άγαρμπα στο περιθώριο του μέλλοντος.
Τα social media μπορούν να αποτελέσουν το βαρόμετρο της κοινής γνώμης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Μπορούν να αξιοποιηθούν ως μέσα αμφίδρομης τεχνολογικά διαμεσολαβημένης επικοινωνίας με τους πολίτες και ως εργαλεία πολιτικού μάρκετινγκ. Να γίνουν πεδία κοινωνικών ζυμώσεων και μετασχηματισμών. Εκατομμύρια χρήστες συνευρίσκονται ηλεκτρονικά σε αυτά, συχνά μάλιστα σε καθημερινή βάση και συνδιαλέγονται σχετικά με θέματα της τοπικής επικαιρότητας. Σημειωτέον, ότι τα μέσα αυτά χρησιμοποιούνται από ανθρώπους που στοχεύουν όχι μόνο στην παθητική κατανάλωση περιεχόμενου αλλά και στην ουσιαστική παραγωγή του.
Αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος, η πολλά υποσχόμενη. Αναντίλεκτα, η Τοπική Αυτοδιοίκηση πρέπει να «αγκαλιάσει» τα νέα δυναμικά αυτά μέσα. Αυτό επ’ ουδενί δε σημαίνει ότι μία απλή μη στοχοθετημένη παρουσία στα κοινωνικά μέσα είναι και αποτελεσματική. Τα social media δεν είναι πανάκεια. Δεν είναι απλώς ακόμη ένα νέο εναλλακτικό κανάλι επικοινωνίας. Δεν αποτελεί μία νέα τάση ή μία μόδα της εποχής στην οποία καλό είναι να έχουν παρουσία οι τοπικοί φορείς. Το πιο σημαντικό, άλλωστε, δεν είναι η ίδια η τεχνολογία αλλά το πως ο καθένας την χρησιμοποιεί.
Εν αντιθέσει, χρειάζεται να αναπτυχθεί μία ολιστική προσέγγιση πολιτικής επικοινωνίας σε αυτά. Αν δεν υπάρξει μία ενορχηστρωμένη προσπάθεια αξιοποίησής τους, τα μέσα αυτά μπορούν να μετατραπούν σε δαμόκλειο σπάθη που απειλεί να καταρρακώσει την εικόνα του φορέα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Συνεπώς μία απλοϊκή πρόταση υιοθέτησής τους ενέχει μεγάλο βαθμό επικινδυνότητας για τον πολιτικό φορέα. Λειτουργεί μάλλον εμβαλωματικά και μπορεί να σημάνει την ανεπιστρεπτί καταστροφή της δημόσιας εικόνας του φορέα.
Εάν όμως τα μέσα αυτά αξιοποιηθούν με συστηματικό τρόπο,sm topiki2μπορούν να σημάνουν τον προπομπό δημιουργίας των λεγόμενων «ψηφιακών δήμων», δήμων προσβάσιμων προς τους όλους ανεξαιρέτως τους δημότες. Δήμων που σέβονται τη διαφάνεια ή πιο εύστοχα τη διαύγεια και που αξιοποιούν τη συλλογική ευφυΐα που καλλιεργείται στα νέα αυτά ψηφιακά μέσα! Τα πλεονεκτήματα που προσφέρουν είναι πολλά, ενώ τα αποτελέσματα που προσφέρουν μπορούν να λειτουργήσουν πολλαπλασιαστικά.
Καταρχήν, η Τοπική Αυτοδιοίκηση έχει στα χέρια της ένα δυναμικό ερευνητικό εργαλείο προς αξιοποίηση. Αυτό δεν είναι άλλο πέρα από τα ίδια τα social media. Μέσα από αυτά μπορούν να πραγματοποιηθούν έρευνες συμπεριφοράς ή στάσεων και απόψεων των δημοτών καθώς και μελέτες μέτρησης του βαθμού ικανοποίησης των δημοτών από τις παρεχόμενες υπηρεσίες του δήμου. Πιο συγκεκριμένα, οι φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης μπορούν να πραγματοποιήσουν διαδικτυακά τοπικά δημοψηφίσματα είτε μέσω του επίσημου δικτυακού τους τόπου είτε αξιοποιώντας ακόμη διάφορα εργαλεία δημοσκοπήσεων ερευνών όπως το Zoomerang ή το SurveyMonkey ή ακόμη και τα Google Docs.
Παράλληλα, τα κοινωνικά δίκτυα είναι ένας χώρος μαζικής κοινωνικής συνάθροισης, άρα ένας εύκολος τρόπος προσέγγισης μεγάλου πλήθους κοινού αλλά και χώρος δωρεάν προβολής ευρείας κλίμακας, η οποία μπορεί να προσφέρει άμεση διαφήμιση σε φορείς, δράσεις και έργα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η δυνατότητα επικοινωνίας μπορεί να είναι είτε μαζική είτε παραμετροποιημένη, αξιοποιώντας δηλαδή δημογραφικά ή ψυχογραφικά χαρακτηριστικά από τα προφίλ των χρηστών. Επί παραδείγματι, μέσα από την αναζήτηση σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης όπως το LinkedIn ή το Facebook, μπορεί να επιτευχθεί επικοινωνία των τοπικών αρχών με συγκεκριμένες κατηγορίες πολιτών εντός της περιοχής τους.
Η διαχείριση της εικόνας των τοπικών παραγόντων είναι μία άλλη σημαντική δυνατότητα που προσφέρουν τα social media. Μέσω αυτών, μπορεί να επιτευχθεί η επανατοποθέτηση (repositioning) της ταυτότητας του υποψηφίου στον πολιτικό στίβο και η εν γένει διαχείριση της πολιτικής εικόνας των υποψήφιων για τις εκλογές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (political candidate branding). Μείζονος σημασίας στόχος θα πρέπει να είναι η αναζήτηση δυνητικών ευκαιριών για αύξηση του μεριδίου των ψηφοφόρων στην εκλογική τους περιφέρεια και η μετατροπή των δυνητικών ψηφοφόρων σε πιστούς υποστηρικτές (loyalty). Σε αυτά τα πλαίσια, η σωστά αξιοποιημένη εκλογική έρευνα και η ανάδραση από τους χρήστες δημιουργεί για τον υποψήφιο ένα ακαταμάχητο συγκριτικό πλεονέκτημα και ένα διευρυμένο μερίδιο σε μία επιπρόσθετη πολιτική αγορά, αυτή των νέων δικτυακών μέσων.
Ένας άλλος τομέας που μπορεί να αναπτυχθεί με θεαματικά μάλιστα αποτελέσματα είναι η ανάπτυξη σχέσεων με τα ΜΜΕ (Media Advocacy) και η δημοσιοποίηση ή επικαιροποίηση θεμάτων της πολιτικής ατζέντας (Issues management). Με απλά λόγια, τα social media είναι ιδανικά πεδία για την προσέγγιση δημοσιογράφων και πολιτών. Σε αυτά μπορούν να αναρτηθούν, να αναπαραχθούν και να προωθηθούν δηλώσεις, ανακοινώσεις, newsletters, editorials, δελτία τύπου, media kits, video scripts και εν γένει ενημερωτικό υλικό κάθε μορφής που αφορά τις δράσεις των στελεχών της διοίκησης του εκάστοτε δήμου. Τα social media τρέπονται αυτόματα σε μέσα διαφάνειας, μέσα που προάγουν τις ανοιχτές διαδικασίες διαβούλευσης, μέσα που υπηρετούν ένα βασικό κοινωνικό αίτημα της εποχής μας, αυτό δηλαδή της ίσης πρόσβασης όλων των πολιτών στο δικαίωμα για γνώση και πληροφόρηση. Από την άλλη πλευρά, οι τοπικές αρχές εισπράττουν την απαιτούμενη ανάδραση είτε με τη μορφή κριτικής είτε με τη μορφή επιβράβευσης μέσα από τα comments ή τις αναρτήσεις των δημοτών, προκειμένου να βελτιώσουν τα κακώς κείμενα του δήμου ή να συνεχίσουν και να βελτιστοποιήσουν τις καλές πρακτικές που έλαβαν τα «εύσημα» από τους δημότες. Η αξιοποίηση του user - generated content των χρηστών από τους φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης δίνει τη διάσταση της εγγύτητας και προσιτότητας που οφείλει να φέρει ο θεσμός της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, έστω και αν αυτή η επικοινωνία διαμεσολαβείται από ένα τεχνολογικό περιβάλλον διεπαφής. Παράλληλα, στο εν λόγω περιβάλλον δίνεται η δυνατότητα εκτόνωσης των πολιτών που είναι δυσαρεστημένοι ή δυσανασχετούν με τις δράσεις που έχει αναλάβει ο δήμος και η ευκαιρία για τους τοπικούς παράγοντες να τοποθετηθούν και κατευνάσουν την όποια δυσαρέσκεια. Η όποια αρνητική κριτική πρέπει να διαχειρισθεί το συντομότερο δυνατόν, πριν αυτή βρει και άλλους υποστηρικτές. Η αρνητική κριτική, λόγω της υψηλής ταχύτητας διάδοσης, μπορεί να λάβει «διαστάσεις χιονοστιβάδας» που στο πέρασμά της απειλεί το κύρος της εκάστοτε πολιτικής επωνυμίας. Και για τους αιρετούς ισχύει, λοιπόν, το ότι χρειάζεται ίσως και χρόνια να χτίσεις ένα καλό όνομα, αλλά αρκεί ίσως και μία κακιά στιγμή ώστε αυτό το όνομα να καταρρεύσει.
Ο κατάλογος με τις δυνατότητες που δίνουν τα νέα μέσα δεν εξαντλείται εδώ. Επιπρόσθετα, πρέπει να τονιστεί η σημασία της διευκόλυνσης του έργου των αιρετών και η επικοινωνία μεταξύ ομόλογων αρχών.
Η οργάνωση εκδηλώσεων, σεμιναρίων (event management) μπορεί να κοινοποιηθεί στα social media ώστε να μεγιστοποιηθεί η συμμετοχή σε αυτά και παράλληλα να γνωστοποιηθεί στο ευρύ κοινό το φάσμα των δραστηριοτήτων που αναλαμβάνει ο δήμος.
Μία άλλη διάσταση από την οποία μπορεί να επωφεληθεί ο δήμος είναι η διαχείριση κρίσεων, το λεγόμενο crisis management. Αυτό σημαίνει πως ο δήμος έχει τη δυνατότητα άμεσης διαχείρισης κρίσεων μέσα από την ανάρτηση της επίσημης τοποθέτησης του στα social media, χωρίς καθυστερήσεις και προσεγγίζοντας ένα ευρύ κοινό. Επίσης, τα social media μπορούν να αξιοποιηθούν ακόμη και στην περίπτωση φυσικών καταστροφών. Χαρακτηριστική είναι, εν προκειμένω, η αξιοποίηση του Twitter για τον εντοπισμό και τη βοήθεια των θυμάτων του πρόσφατου σεισμού στη Χιλή. Βασική μεταβολή που έχουν επιφέρει τα social media είναι η εκτόξευση της επικοινωνιακής ταχύτητας, στοιχείο ιδιαίτερα σημαντικό για τη διαχείριση κρίσεων ή έκτακτων αναγκών.
Ενδεχομένως, μία καλή ιδέα θα ήταν η υιοθέτηση από τους δήμους στο οργανόγραμμά τους θέσεων τύπου social media administrators, που οργανωτικά θα υπάγονται στα Γραφεία Τύπου των δήμων και που ως κύριο ρόλο θα έχουν την εποπτεία των social media και του περιεχομένου που διακινείται σε αυτά καθώς και την ανάρτηση επίσημων τοποθετήσεων, όσον αφορά τις κριτικές ή τις ερωτήσεις των δημοτών. Είναι κοινή παραδοχή ότι οι δήμοι έχουν πλεονάζον προσωπικό, συνεπώς η υιοθέτηση τέτοιων ρόλων είναι μια ενέργεια μηδενικού κόστους αλλά βαρύνουσας σημασίας.
Στο εγγύς μέλλον, μεγάλο μέρος της κομματικής δραστηριότητας φαίνεται ότι θα διεξαχθεί στα πληκτρολόγια και στα smartphones. Υπάρχουν πολλές επιχειρησιακές ωφελιμότητες και κοινωνικές εξυπηρετήσεις που προσφέρουν τα social media. Τα μέσα αυτά, δίχως άλλο εξυπηρετούν την εξωστρέφεια και την διαλειτουργικότητα που οφείλει να έχει η Τοπική Αυτοδιοίκηση, παρέχοντας την προστιθέμενη αξία που επιφέρει η τεχνολογική υποδομή στην λειτουργία τους. Τα social media προσφέρουν διαύγεια, αλληλεπίδραση, άρση των αποκλεισμών και ισηγορία. Παράλληλα, εξυπηρετούν τη βελτιστοποίηση του συντονισμού και της οργάνωσης των υπαρχουσών δομών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Σε ένα πρώτο επίπεδο, στόχος των παραγόντων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι η μετεξέλιξη social media σε ένα δίκτυο πολιτών όπου οι πολίτες θα μπορούν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους αλλά και με τους τοπικούς παράγοντες. Μελλοντικά, αυτός ο στόχος μπορεί να μετασχηματιστεί προς όφελος πάντα των πολιτών. ο στόχος αυτός θα μπορεί εξυπηρετεί την αρχή της διαλειτουργικότητας των πληροφοριακών συστημάτων της δημόσιας διοίκησης. Είναι πιθανό, λοιπόν, αυτό το οργανωμένο δίκτυο πολιτών να είναι σε θέση να επιτρέπει την κατανάλωση υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης μέσα από τη χρήση ηλεκτρονικών μηχανισμών αυθεντικοποίησης. Αξίζει λοιπόν η Τοπική Αυτοδιοίκηση να καθυστερεί στην υιοθέτηση τέτοιων μεγαλόπνοων διαβημάτων;

Τα ευτράπελα του πολέμου των σκουπιδιών

0 σχόλια

Αναδήμοσιεύση από socialactivism.gr
 Γράφει η Γεωργία Κεραμάρη,
Δημοσιογράφος

f11 skoupidia1Μαίνεται για μία ακόμη φορά ο πόλεμος των σκουπιδιών, καθώς ένα μετά το άλλο τα απορριματοφόρα στην Αττική και πολλές άλλες περιοχές της χώρας τραβούν «χειρόφρενο». Ειδικότερα, οι υπάλληλοι καθαριότητας στην Τοπική Αυτοδιοίκηση αντιδρούν στο μέτρο της διαθεσιμότητας και στις αλλαγές των εργασιακών σχέσεων που προκαλεί το Μεσοπρόθεσμο.
f11 skoupidia2Τη στήριξη τους στους υπαλλήλους της καθαριότητας εκφράζει και μέρος των αιρετών, επισημαίνοντας πως εάν εφαρμοστεί το μέτρο της διαθεσιμότητας, αναμένεται να επηρεαστεί η ποιότητα της παροχής υπηρεσιών από τον νευραλγικής σημασίας για τη δημόσια υγεία κλάδο της καθαριότητας.
Το άθλιο θέαμα, όμως, των λόφων από σκουπίδια δεν είναι διόλου πρωτότυπο για την πόλη των Αθηνών. Οχτακόσιοι τόνοι σκουπιδιών είναι ο ημερήσιος απολογισμός για κάθε μέρα απεργίας. Με κάθε απεργία λοιπόν, η πόλη τρέπεται σε υγειονομική βόμβα έτοιμη να εκραγεί... Ξεκοιλιασμένες σακούλες, γλίτσα, λόφοι σκουπιδιών που πνίγουν τις εισόδους των πολυκατοικιών, έντομα και τρωκτικά είναι αν μη τι άλλο οικείο πλήν ανυπόφορο για τους πολίτες θέαμα.
Δυστυχώς, οι Αθηναίοι πολίτες έχουν εξοικειωθεί με αυτή την εικόνα της εξαθλίωσης. Διαχρονικά, τα σκουπίδια ήταν μέσο πίεσης για την ευόδωση συμφερόντων μιας οργανωμένης μειοψηφίας που καπηλευόταν την μη ανοχή των πολιτών στην άθλια ποιότητα ζωής. Ως πότε, όμως, οι μειοψηφίες θα καταπιέζουν την πλειοψηφία; Ως πότε οι συνδικαλιστικές διεκδικήσεις θα επισκιάζουν το δημόσιο συμφέρον; Ποιός θα προασπίσει επιτέλους τους πολίτες που δυσανασχετούν με αυτές τις τριτοκοσμικές εικόνες; Μαζί με τους κάδους σκουπιδιών πλέον, ξεχείλισε και η οργή των πολιτών. Αυτή τη φορά δεν ασθμαίνουν, όμως, μόνο οι Αθηναίοι από τη βρώμα, ασθμαίνουν και οι συνδικαλιστές που βλέπουν το ένδοξο παρελθόν των συνδικαλιστικών διεκδικήσεων τους να χρεοκοπεί.
Όλοι έχουν συνειδητοποιήσει πλέον, ότι το να πνιγεί μια πόλη στα σκουπίδια δεν είναι μια κορυφαία αγωνιστική πράξη. Παράλληλα, όλοι αναγνωρίζουν ότι η κοινωνία δεν μπορεί να αποτινάξει από πάνω της το μνημόνιο μέσα από τη βρώμα και τη δυσωδία. Ούτε είναι απεργοσπάστης όποιος συμμερίζεται αυτήν την άποψη.
Καλώς ή κακώς η κοινωνία είναι πλέον υποψιασμένη με τέτοιου είδους παρωχημένες τακτικές διεκδικήσεων.
Σε κάθε απεργία η πόλη πνίγοταν στα σκουπίδια. Κατόπιν, ακολουθούσαν προσλήψεις προσωπικού καθαριότητας από τους δήμους και τελικά οι μισοί εξ αυτών κατάληγαν σε θέσεις γραφείου. Μετά το πέρας της εκάστοτε απεργίας ξεπροβάλλαν οι νικηφόρες σκουπιδιάρες που με ελλείψεις σε προσωπικό πάλευαν για να μαζέψουν τον ασυμμάζευτο!!
Φαίνεται, όμως, πως με τις νέες απεργίες οι υπάλληλοι της καθαριότητας άνοιξαν άθελα τους τον ασκό του αιόλου, τόσο για το δικό τους εργασιακό μέλλον όσο και για την ποιότητα ζωής της πόλης. Όταν ένας τόσο καλοπληρωμένος κλάδος δημόσιων υπαλλήλων καταφεύγει αρκετά συχνά σε απεργίες με υψηλό κοινωνικό κόστος, πυροδοτεί εμμέσως τη συζήτηση περι ιδιωτικοποιήσεως του κλάδου. Είναι κοινή παραδοχή ότι η παροχή καθαριότητας από τους δήμους είναι ποιοτικά χειρότερη και οικονομικά ασύμφορη σε σχέση με την ανάθεσή της σε ιδιώτες. Το επιχείρημα, όμως, περί ιδιωτικοποιήσεως του κλάδου ισχυροποιείται ακόμη λόγω της έκτασης των σκανδάλων του κλάδου. Ας θυμηθεί κανείς αυτά που αποκάλυψε το 2010 το πόρισμα των Επιθεωρητών Δημόσιας Διοίκησης. Τότε είχε αποκαλυφθεί πως το 31,43% των απασχολουµένων στην καθαριότητα είχε διατεθεί παρανόµως σε άλλες υπηρεσίες ή νοµικά πρόσωπα του ∆ήµου.
Η Διεύθυνση Καθαριότητας του δήμου της Αθήνας μας έχει κοστίσει πολύ ακριβά. Σύμφωνα με δήλωση του τέως αντιδημάρχου Δημοτικής Αστυνομίας και δημοτικού συμβούλου με τη δημοτική παράταξη «Πορτοκαλί», κύριου Τάσου Αβραντίνη σε αυτή τη διεύθυνση απασχολούνται σήμερα 2.146 υπάλληλοι και περίπου 250 υπάλληλοι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Μέχρι τον Νοέμβριο του 2012, οι Αθηναίοι πλήρωσαν στον δήμο τέλη για την καθαριότητα που ξεπερνούσαν τα 100 εκατ. ευρώ. Το κόστος μισθοδοσίας των υπαλλήλων της εν λόγω υπηρεσίας ανήλθε για το δεκάμηνο του 2012 περίπου στο ποσό των 42 εκατ. Ευρώ. Ο μέσος ετήσιος μισθός του μόνιμου υπαλλήλου της Διεύθυνσης Καθαριότητας του Δήμου Αθηναίων το 2012 (συμπεριλαμβανομένων ασφαλιστικών εισφορών και υπερωριακής αμοιβής) ανέρχεται περίπου στο ποσό των 23.595 ευρώ ή, μηνιαίως, σε 1.966 ευρώ. Το 2010 ο μέσος ετήσιος μισθός του μόνιμου υπαλλήλου της Διεύθυνσης Καθαριότητας ανήλθε περίπου στο ποσό των 38.200 ευρώ ή, μηνιαίως, σε 3.183 ευρώ. Οι αριθμοί καταδεικνύουν με ενάργεια την κατασπατάληση χρηματικών πόρων για τη βόλεψη των ημετέρων και την ανορθολογική διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού. Μια κοινωνία που αιμοραγεί ,όμως, δε μπορεί να δείξει ανοχή σε τέτοιου είδους διεκδικήσεις....
Τα πρόβλημα με την καθαριότητα δεν εξαντλείται μόνο με τις απεργίες. Ειδικότερα, η χωματερή των Λιοσίων παρουσιάζει φαινόμενα κορεσμού καθώς δεν μπορεί να δεχτεί επιπλέον όγκους απορριμμάτων. Ο Περιφερειάρχης Αττικής, κύριος Γιάννης Σγουρός ανακοίνωσε ότι ο χώρος των 3.800 τ.χλμ. που εξυπηρετεί όλο το λεκανοπέδιο εξαντλείται στους επόμενους 22 μήνες. Για το λόγο αυτό τόνισε ότι είναι επιτακτική η ανάγκη υλοποίησης του Περιφερειακού Σχεδιασμού Διαχείρισης Απορριμμάτων, ώστε με την κατασκευή των τεσσάρων νέων μονάδων να περιοριστεί η ποσότητα των απορριμμάτων που οδηγούνται προς υγειονομική ταφή.

Πηγές:

http://www.parapolitika.gr

Αναπτυξιακός μοχλός ή τροχοπέδη εργασιακών δικαιωμάτων;

0 σχόλια

Αναδημοσίευση από socialactivism.gr
 Γράφει η Γεωργία Κεραμάρη

Η δημοσιονομική κρίση την οποία βιώνει η χώρα μας, επηρέασε σημαντικά τις γενικότερες συνθήκες απασχόλησης. Η ευελιξία των εργασιακών σχέσεων προβλήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις κυβερνήσεις, την εργοδοσία, ως η καλύτερη επιλογή για την αντιμετώπιση των βραχυπρόθεσμων συνεπειών της κρίσης. Από την άλλη πλευρά, καθολικό υπήρξε το αίτημα για διασφάλιση γενικότερης ασφαλιστικής κάλυψης των εργαζόμενων. Η flexicurity ήρθε να γεφυρώσει το χάσμα των αντικρουόμενων συμφερόντων εργοδοσίας και εργαζομένων. Είναι, όμως, εφικτό να συνδυαστούν αυτά τα δύο αντίθετα συμφέροντα σε ένα εφαρμόσιμο και ρεαλιστικό μοντέλο ανάπτυξης;
Ο αγγλικός όρος flexicurity αποδίδεται στα ελληνικά με τη λέξη «ευελφάλεια» ή αλλιώς «ευασφάλεια». Προκύπτει από τη σύμπτυξη των όρων «ευελιξία» και «ασφάλεια». Η έννοια της ευελιξίας με ασφάλεια (flexicurity) πρωτοεμφανίστηκε στην Ολλανδία, ακριβώς μετά τη μεταρρύθμιση της εργατικής νομοθεσίας το 1999. Βασίζεται στη θέση ότι αφενός η ασφάλεια κι αφετέρου η ευελιξία, δεν είναι έννοιες εξ ορισμού αντιθετικές και αλληλοαποκλειόμενες, αλλά συμπληρωματικές. Μέσα στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, η έννοια εμφανίζεται από πολλούς ως ο μόνος αναπτυξιακός μοχλός που συνεπάγεται αύξηση της απασχόλησης στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συντηρώντας μερικά ουσιώδη στοιχεία του κράτους κοινωνικής πρόνοιας. Στόχος της flexicurity είναι οι περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας, κάτι που υπήρξε πρωταρχικός στόχος και της ανανεωμένης Στρατηγικής της Λισσαβόνας.
Στον πυρήνα της flexicurity βρίσκεται ένα «πάντρεμα» ή πιο εύστοχα ένας συμβιβασμός που διαφέρει από εποχή σε εποχή και από κράτος σε κράτος. Ουσιαστικά, συμβιβάζονται η ευελιξία των εργασιακών σχέσεων, πάγιο αίτημα της εργοδοσίας, με στόχο τη μείωση του εργατικού κόστους και την αύξηση των κερδών της καθώς και η ασφάλεια, πάγιο αίτημα των εργαζόμενων με στόχο τη βελτίωση των συνθηκών απασχόλησης και της ποιότητας της ζωής τους.
Το μοντέλο της flexicurity έχει τόσο ένθερμους θιασώτες όσο αντιμάχους. Για τους μεν έχει θεωρηθεί ως «πανάκεια». Υποστηρίζουν ότι η flexicurity αποτελεί τη λύση στο σύνθετο πρόβλημα της ανεργίας. Θεωρούν ότι η μείωση της απασχόλησης είναι συνέπεια του υψηλού εργατικού κόστους και της έκτασης των κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων. Λιγότερα, κατά συνέπεια, εμπόδια στις απολύσεις εργαζομένων ισοδυναμούν με λιγότερες επιφυλάξεις της εργοδοσίας για νέες προσλήψεις, ενώ μικρότερες εργατικές αποδοχές και ασθενέστερα κοινωνικά βάρη για την επιχείρηση οδηγούν σε περισσότερες προτάσεις για εργασία. Για τους δε αντιπάλους της, η flexicurity θεωρείται βασικός παράγοντας για την αποδόμηση των εργασιακών δικαιωμάτων. Τη θεωρούν ως συντονισμένη νεοφιλελεύθερη επίθεση σε βάρος των εργαζομένων και του βιοτικού τους επιπέδου.
Η flexicurity συναποτελείται από τέσσερα στοιχεία πολιτικής. Πρώτον, από ευέλικτες και ασφαλείς συμβατικές ρυθμίσεις. Δεύτερον, από σφαιρικές στρατηγικές διά βίου μάθησης. Τρίτον, από αποτελεσματικές και ενεργητικές πολιτικές για την αγορά εργασίας και τέλος από σύγχρονα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης.
Σχηματοποιώντας τη σύγκρουση ιδεών σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Κοινότητας μπορεί να λεχθεί, μάλιστα, ότι τα κράτη μέλη είναι χωρισμένα σε αυτά που επιθυμούν την ισχυροποίηση του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου, δηλαδή, την ενίσχυση της ασφάλειας της εργασίας και σε αυτά που επιδιώκουν τον «εκσυγχρονισμό» του, μέσα από την ενίσχυση της ευελιξίας της εργασίας.
Η flexicurity, θα μπορούσε να απεικονιστεί ως μία «κατασκευή» αποτελούμενη από τρεις διακριτούς πυλώνες. Ο πρώτος πυλώνας αποτελείται από μία εύκαμπτη αγορά εργασίας. Αυτό σημαίνει ότι οι εργοδότες μπορούν να προσλαμβάνουν και να απολύουν εύκολα τους υπαλλήλους τους. Ο δεύτερος στυλοβάτης της flexicurity εμπεριέχει την προστασία του επιπέδου ζωής και του εισοδήματος. Αποτελεί, δηλαδή, τη διασφάλιση για τους εργαζομένους ότι η απώλεια της εργασίας τους δε συνεπάγεται μείωση του βιοτικού τους επιπέδου. Το μοντέλο της flexicurity προσφέρει, δηλαδή, τη δυνατότητα να ισορροπηθεί η σταδιοδρομία και η ιδιωτική ζωή με γενναιόδωρες γονικές άδειες και άδειες υγείας. Αυτοί οι παράγοντες υποστηρίζουν, επίσης, την ανατροπή στις θέσεις εργασίας, με αποτέλεσμα μία δυναμική αγορά εργασίας στην οποία το να μην έχει κάποιος εργασία προσωρινά, δε θέτει σε σοβαρό κίνδυνο την εξέλιξη της σταδιοδρομίας του. Ο τρίτος πυλώνας του μοντέλου της flexicurity αποτελείται από τις Ενεργητικές Πολιτικές Απασχόλησης (Ε.Π.Α.). Πρόκειται για ένα ενιαίο σύνολο μέτρων που στοχεύουν στην ενθάρρυνση και την επανένταξη των ανέργων στην αγορά εργασίας. Μετά από μια ορισμένη περίοδο ανεργίας, γίνεται υποχρεωτικό για τους ανέργους να συμμετέχουν στα προγράμματα που σχεδιάζονται συγκεκριμένα ανά κατηγορίες εργαζομένων μειώνοντας με αυτόν τον τρόπο την «παθητική περίοδο» ανεργίας.
Το μωσαϊκό της εννοιολόγησης της flexicurity συμπληρώνουν και τα διάφορα είδη άτυπων μορφών εργασίας που συνεχώς κερδίζουν έδαφος στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι νέες μορφές απασχόλησης λαμβάνουν μορφή «χιονοστοιβάδας» που απειλεί στο πέρασμά της ό,τι σήμερα μπορεί να θεωρείται τυπική ή «κανονική» σχέση εργασίας. Στις άτυπες μορφές απασχόλησης περιλαμβάνονται η μερική απασχόληση καθώς και η πρόσκαιρη ή προσωρινή απασχόληση, η οποία εμφανίζεται κυρίως με τη μορφή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου, την εποχιακή απασχόληση ή μέσα από το θεσμό του «δανεισμού εργαζομένων». Σε αυτά, να προστεθούν η τηλεργασία καθώς και οι συμβάσεις έργου.
Ένας περιεκτικός ορισμός της flexicurity δίδεται στην βιβλιογραφία. Ορίζει την ευασφάλεια ως συνδυασμό βαθμού ασφάλειας της θέσης εργασίας, της απασχόλησης και του εισοδήματος, ο οποίος θα διασφαλίζει τις ευαίσθητες ομάδες του εργατικού δυναμικού (νέοι, μητέρες, εργαζόμενοι προχωρημένης ηλικίας, μετανάστες, ελλιπών προσόντων), ενώ παράλληλα θα προωθεί την υψηλή συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό, την αύξηση του ποσοστού απασχόλησης και την κοινωνική ενσωμάτωση, επιτρέποντας, εντούτοις, την αριθμητική, τη λειτουργική ευελιξία και την ευελιξία των μισθών, επιδιώκοντας την άμεση προσαρμογή της αγοράς εργασίας στις ευμετάβλητες συνθήκες στην εποχή της παγκοσμιοποίησης που διανύουμε.
Το υπόδειγμα της flexicurity βασίζεται, παρά ταύτα, σε ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος κατά το πρότυπο των Σκανδιναβικών χωρών το οποίο χαρακτηρίζεται για την παροχή γενναιόδωρων επιδομάτων ανεργίας. Προωθεί την κινητοποίηση των ανέργων στην προσπάθεια εξεύρεσης νέας εργασίας και τη διευκόλυνση της επιτυχούς αναζήτησης μέσω των ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης και των προγραμμάτων δια βίου μάθησης. Μεριμνά, συνεπώς, αφενός για την προετοιμασία και την περαιτέρω αναβάθμιση των προσόντων των εργαζομένων για την περίπτωση μετακίνησής τους σε άλλη θέση εργασίας, αφετέρου για την κοινωνική ενσωμάτωση και την αναβάθμιση των προσόντων όσων εργάζονται με βραχυχρόνιες συμβάσεις εργασίας ή βρίσκονται στο περιθώριο της αγοράς εργασίας όντας π.χ. μακροχρόνια άνεργοι ή προσφέροντας τη λεγόμενη μαύρη εργασία.
Η Δανία αναμφισβήτητα αποτελεί χώρα υποδειγματικής εφαρμογής της flexicurity. Αποτελεί μία χώρα με δυναμική οικονομία, υψηλή απασχόληση και ισχυρό κοινωνικό κράτος. Η Δανία συνδυάζει αρμονικά χαρακτηριστικά των απορυθμισμένων αγορών εργασίας του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ, γνωστών για την απελευθέρωση απολύσεων και προσλήψεων και του γενναιόδωρου σκανδιναβικού κράτους πρόνοιας που φημίζεται για τα υψηλά επιδόματα ανεργίας. Χαρακτηριστικά, σε περίπτωση απόλυσης, ο εργαζόμενος παίρνει για 4 χρόνια επίδομα ανεργίας που κυμαίνεται γύρω στο 60 - 65% του μισθού του και απολαμβάνει όλων των κοινωνικών παροχών που είχε ως εργαζόμενος! Επίσης, βάσει μελέτης της Παγκόσμιας Τράπεζας, η Δανία διαθέτει την τρίτη πιο ελαστική αγορά εργασίας μεταξύ 130 χωρών όλων των ηπείρων, μετά τις ΗΠΑ και τη Σιγκαπούρη. Η ευασφάλεια της Δανίας βασίζεται στο λεγόμενο «Χρυσό Τρίγωνο» που χαρακτηρίζεται από υψηλή κινητικότητα των εργαζομένων σε διαφορετικές θέσεις εργασίας, από ένα γενναιόδωρα προσφερόμενο δίχτυ ασφάλειας για τους ανέργους και από τις Ενεργητικές Πολιτικές Απασχόλησης.
Συγκεντρωτικά, τα χαρακτηριστικά του δανικού μοντέλου είναι το απορυθμισμένο θεσμικό πλαίσιο προστασίας της απασχόλησης, το ισχυρό κοινωνικό κράτος, οι ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης, η δια βίου μάθηση, η υψηλή κινητικότητα των εργαζομένων, ο περιορισμένος δημόσιος τομέας, το χαμηλό ποσοστό αυτοαπασχολούμενων και ο κοινωνικός διάλογος. Ο κοινωνικός διάλογος και το χαμηλό ποσοστό αυτοαπασχολούμενων αποτελούν τους θεμέλιους λίθους του οικοδομήματος της οργάνωσης της αγοράς εργασίας με ευελιξία και ασφάλεια στη Δανία, όπως μαρτυρούν οι ίδιες οι επιδόσεις της αγοράς εργασίας. Το ποσοστό απασχόλησης στη Δανία είναι το υψηλότερο της Ε.Ε. και φθάνει το 77,3%. Παράλληλα, οι επιχειρήσεις της Δανίας είναι οι πιο παραγωγικές στην Ευρώπη και κανένας περιορισμός δεν τις εμποδίζει να λειτουργούν 24 ώρες την ημέρα και 365 μέρες το χρόνο εάν το επιθυμούν. Την ίδια στιγμή, οι Δανοί εργαζόμενοι απολαμβάνουν υψηλούς μισθούς και κοινωνικά προνόμια. Οι Δανοί είναι από τους πιο οργανωμένους συνδικαλιστικά λαούς παγκοσμίως αφού το ποσοστό συμμετοχής τους στα συνδικάτα προσεγγίζει το 85% τη στιγμή που στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό μετά βίας ξεπερνά το 30%. Παράλληλα, ο διάλογος ανάμεσα στους κοινωνικούς εταίρους είναι μόνιμος, δημιουργικός και αποτελεσματικός. Με λίγα λόγια, οι Δανοί εμφανίζονται σε όλες τις σχετικές έρευνες και ως οι πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι της Ευρώπης!
Το δανικό μοντέλο flexicurity δε μπορεί να χρησιμοποιηθεί παγκοσμίως. Η ευελιξία με ασφάλεια δεν είναι ένα «one-size-fits-all» μοντέλο. Η απλή αντιγραφή του δεν συνεπάγεται και την επιτυχημένη εφαρμογή του, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών στα εσωτερικά των κρατών μελών. Συνεπώς, και το ίδιο το μοντέλο πρέπει να είναι τόσο ευέλικτο, ώστε κάθε χώρα μπορεί να βρει τον τρόπο να γίνει πιο ανταγωνιστική, με συνέπεια την αύξηση της απασχόλησης. Σε κάθε περίπτωση, το δανικό μοντέλο flexicurity μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για το πώς μία χώρα θα μπορούσε να οργανώσει την αγορά εργασίας της ανταποκρινόμενη στις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης.
Τι ισχύει ειδικότερα για τη χώρα μας; Το ζήτημα της flexicurity ενδιαφέρει άμεσα την Ελλάδα για πολλούς λόγους. Πρώτον, γιατί η ελληνική οικονομία πλήττεται από την ανεργία και την έλλειψη ανταγωνιστικότητας. Δεύτερον, η ελληνική αγορά εργασίας χαρακτηρίζεται από πολλές άτυπες ευέλικτες μορφές εργασίας που λειτουργούν αντιανταγωνιστικά για τις υγιείς επιχειρήσεις. Τρίτον, η χώρα μας χαρακτηρίζεται από τα υψηλότερα ποσοστά αδήλωτης εργασίας σε ολόκληρη την Ευρώπη. Τέταρτον, αχίλλειος πτέρνα της χώρας μας είναι και ο άδικος εν μέρει νομοθετικός της προστατευτισμός. Το πρόβλημα αυτό μεγεθύνεται στη δίνη της δημοσιονομικής κρίσης. Οι συνέπειες είναι κάτι παραπάνω από ορατές. Με απλά λόγια, ένας άνεργος μπορεί εύκολα να γίνει άνεργος «μακράς διαρκείας», οι νέοι που επιζητούν απέλπιδα να μπουν στην αγορά εργασίας και οι εργαζόμενοι ορισμένου χρόνου είναι εκτεθειμένοι δίχως άλλο στην ανεργία. Αντίθετα, οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι υπάλληλοι αορίστου χρόνου είχαν επί σειρά ετών σχεδόν εξασφαλισμένο το επαγγελματικό τους μέλλον. Κατά πόσο, όμως, οι εθνικές ιδιαιτερότητες της χώρας μας επιτρέπουν την επιτυχή εφαρμογή του μοντέλου;
Σε αδρές γραμμές, για να «καρποφορήσει» η ευελιξία στην ελληνική αγορά εργασία χρειάζεται και το κατάλληλο «γόνιμο έδαφος» με τη μορφή μίας σειράς δομικών στοιχείων και διαρθρωτικών αλλαγών. Χρειάζεται σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα, αμοιβαίο κλίμα εμπιστοσύνης μεταξύ κράτους, πολιτών και θεσμών, απουσία διαφθοράς, ύπαρξη κοινωνικού και αναδιανεμητικού κράτος δικαίου, δημοσιονομική ισορροπία, περιορισμένη φοροδιαφυγή. Τι από όλα αυτά διαθέτει όμως η χώρα μας;
Τα προβλήματα στη χώρα μας είναι πολλά και δυσεπίλυτα. Ένα σοβαρό σημείο στο οποίο η ελληνική πραγματικότητα χωλαίνει και αποτελεί σημαντικό, ίσως, εμπόδιο της αυτούσιας υιοθέτησης του δανικού μοντέλου είναι το πεδίο του κοινωνικού διαλόγου. Στην περίπτωση της Δανίας, ο κοινωνικός διάλογος είναι καταλυτικός παράγοντας επιτυχίας του μοντέλου της flexicurity. Η διενέργεια γόνιμου κοινωνικού διαλόγου διευκολύνεται από την ύπαρξη κατάλληλου θεσμικού πλαισίου και βασίζεται, κυρίως, στην υπεύθυνη, ιστορικά σχηματισμένη και κοινωνικά αφομοιωμένη στάση του πολίτη έναντι της πολιτείας. Εν αντιθέσει, η Ελλάδα κατατάσσεται στις χώρες με έντονο συγκρουσιακό κλίμα κοινωνικών εταίρων. Παράλληλα, οι συλλογικές διαπραγματεύσεις στην Ελλάδα και ειδικότερα οι κλαδικές και επιχειρησιακές συμβάσεις, σπανίως περιλαμβάνουν στην ατζέντα τους θέματα που αφορούν την απασχόληση και την επαγγελματική κατάρτιση.
Επίσης, στην περίπτωση της χώρας μας, το ελλειμματικό κοινωνικό κράτος αποτελεί τροχοπέδη για τη sui generis εφαρμογή του μοντέλου. Με τις εκρηκτικές σχέσεις κράτους και πολιτών, την έλλειψη εμπιστοσύνης στις σχέσεις των κοινωνικών εταίρων και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των αγορών εργασίας τους, είναι εξαιρετικά δύσκολο να καθιδρυθεί ένα μοντέλο flexicurity. Συγκεκριμένα, η Ελλάδα έχει χαρακτηριστεί ως χώρα προβληματική από την Ευρωπαϊκή Ένωση εξαιτίας του υπολειμματικού κοινωνικού της κράτους και της ασθμαίνουσας οικονομίας. Οι πολιτικές επιδότησης της ανεργίας και επανένταξης των ανέργων που χρησιμοποιεί η χώρα μπορούν να θεωρηθούν πενιχρές, αποθαρρυντικές και αναποτελεσματικές ως ένα βαθμό. Για να λάβει κάποιος άνεργος επιδότηση θα πρέπει να πληροί ορισμένους περιοριστικούς όρους, όπως τα έτη εργασίας του και το γεγονός της απόλυσής του. Η διάρκεια επιδότησης των ανέργων δεν ξεπερνά το ένα έτος αποκλείοντας με αυτό τον τρόπο τους μακροχρόνια άνεργους.
Σημείο προβληματισμού, όσον αφορά τις επιδοτήσεις ανέργων, είναι και το ζήτημα της αναπλήρωσης του μισθού. Το ποσοστό της αναπλήρωσης του μισθού κινείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Αυτό, πρακτικά, σημαίνει πώς ο άνεργος θα πληρωθεί από το κράτος σχεδόν το μισό ποσό από αυτό που λάμβανε ως εργαζόμενος. Είναι έκδηλη, λοιπόν, η δυσκολία ενός ανέργου και δη οικογενειάρχη ώστε να μπορεί να καλύψει τις βασικές του ανάγκες με τα κρατικά επιδόματα. Συμπερασματικά, το κράτος δε μπορεί να προστατεύσει τη μάζα των ανέργων και τα επιδόματα που παρέχει λειτουργούν εμβαλωματικά, προσωρινά και ανεπαρκώς για τον Έλληνα άνεργο.
Λύδια λίθος της ελληνικής αγοράς εργασίας είναι και η ανασφάλιστη εργασία. Η παράνομη εργασία και το υψηλό επίπεδο παραβίασης ειδικών πτυχών της εργατικής νομοθεσίας λειτουργούν στο πλαίσιο μιας φανερά παραβατικής στάσης μεγάλου αριθμού επιχειρήσεων, η οποία προστατεύεται από τους ανεπαρκείς μηχανισμούς ελέγχου, εφαρμογής της νομοθεσίας καθώς και τη βραδεία απονομή δικαιοσύνης σε τέτοιες περιπτώσεις.
Το επίπεδο των μισθών των Ελλήνων αποτελεί ένα ακόμη χαρακτηριστικό δείγμα του χάσματος της ελληνικής πραγματικότητας σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Οι μισθοί στην Ελλάδα αποτελούν ένα δείκτη απαραίτητο για τον υπολογισμό των καταβαλλόμενων αποζημιώσεων σε περίπτωση απόλυσης.
Γενικότερα, η Ελλάδα παρουσιάζει χαμηλούς δείκτες μισθωτής εργασίας και συνδικαλιστικής δράσης. Επίσης, συγκρινόμενη με την Ένωση των «27», η ελληνική αγορά εργασίας υπολείπεται σε πολλούς κρίσιμους τομείς. Τα ποσοστά ανεργίας είναι από τα υψηλότερα στην Ένωση, η μετάβαση από την εκπαίδευση στην απασχόληση είναι δυσκολότερη, παρουσιάζει υψηλότερη μακροχρόνια ανεργία νέων και ακόμη υψηλότερη των νέων γυναικών, κατέχει το υψηλότερο ποσοστό «ετεροαπασχόλησης» των νέων που μπαίνουν μετά δυσκολίας στην αγορά εργασίας.
Κάποια επιπλέον χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ελληνικής περίπτωσης επιδεινώνουν την κατάσταση. Τέτοια είναι η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων, η οποία συνεπάγεται σημαντικό κόστος για την οικονομία. Σε αυτό, να προστεθεί το υψηλό κόστος προσλήψεων και απολύσεων λόγω των νομοθετικών ρυθμίσεων για την προστασία της απασχόλησης και το υψηλό μη μισθολογικό κόστος εργασίας. Αρνητικά λειτουργούν, παράλληλα, η περιορισμένη κινητικότητα από κλάδο σε κλάδο, περιοχή σε περιοχή και επιχείρηση σε επιχείρηση καθώς και η περιορισμένη ευελιξία στα ωράρια εργασίας. Τέλος, αρνητικά λειτουργούν τα χαμηλά ποσοστά της μερικής απασχόλησης. Οι επιπτώσεις την έλλειψη ευελιξίας αμβλύνονται από φαινόμενα όπως η αυτοαπασχόληση και η εισροή μεταναστευτικού εργατικού δυναμικού. Παράλληλα, η σύνδεση αμοιβής και παραγωγικότητας είναι αντιστρόφως ανάλογη. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της διατήρησης εργατικού δυναμικού μειωμένης παραγωγικότητας λόγω υψηλού κόστους απολύσεως και αντίστοιχης αποζημιώσεως με παράλληλη δημιουργία υψηλών εμποδίων εισόδου στον εργασιακό χώρο νεανικού εργατικού δυναμικού με δυνατότητες αυξημένης παραγωγικότητας.
Τέλος, το υπάρχον σύστημα προστασίας της απασχόλησης προστατεύει μεν τον εργαζόμενο σε περίπτωση απόλυσης αλλά δεν προστατεύει την επιχείρηση σε αντίθετη περίπτωση παραίτησης.
Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν είναι εφικτό να βρεθεί το σημείο ισορροπίας ανάμεσα στην ευελιξία και την ασφάλεια της εργασίας. Για πολλούς, η σημερινή κρίση δεν ήταν στις περισσότερες τουλάχιστον περιπτώσεις η πραγματική αιτία, αλλά η αφορμή, το πρόσχημα, η χρυσή ευκαιρία για την προώθηση του σταθερού στόχου της εργοδοσίας για συμπίεση των εργατικών αμοιβών και περαιτέρω ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων. Δυστυχώς, μέχρι στιγμής η επίκληση της flexicurity εφαρμόστηκε καταχρηστικά υπέρ της πλευράς της εργοδοσίας. Η πλάστιγγα φέρεται να κλίνει υπέρ της ευελιξίας με την επίκληση της ασαφούς, αβέβαιης και μη ισόρροπης ασφάλειας. Όλα αυτά αποτελούν παράγοντα περαιτέρω απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων και των όρων κοινωνικής συνοχής όταν, μάλιστα, αυτές αποβλέπουν στην απελευθέρωση του συστήματος των απολύσεων. Ακόμη, η εφαρμογή της flexicurity φαίνεται ότι στην πράξη δε μπορεί να απαλλαγεί από την επιδίωξη των επιχειρήσεων να μειώσουν το «κόστος εργασίας». Κατά συνέπεια, η πλευρά της ασφάλειας θα υπολείπεται συνεχώς για να μην ακυρώνει τη λογική της ευελιξίας. Η συζήτηση για τη flexicurity, οδηγεί συχνά σε πολιτικές διευκόλυνσης των επιχειρήσεων, οι οποίες παράλληλα θα επιχειρήσουν να μετακυλήσουν μέρος του βάρους της ευθύνης τους για την ανεργία που δημιουργούν προς το κοινωνικό σύνολο.
Όλα τα παραπάνω αντικατοπτρίζουν, άλλωστε, την εμμονή της Ένωσης σε ένα παραγωγικό μοντέλο σύμφωνα με το οποίο η εργασία εκλαμβάνεται ως κόστος, υπό το βάρος των υιοθετούμενων όρων λειτουργίας του διεθνούς ανταγωνισμού που ενοχοποιεί τον εργαζόμενο και τα δικαιώματά του. Η Ένωση, αντί να στηρίζει και να ενισχύει το πλεονέκτημα του κοινωνικού της προτύπου και να επιχειρεί την προβολή και «εξαγωγή» του, επιδιώκει την εισαγωγή στοιχείων απελευθέρωσης της αγοράς εργασίας που απορυθμίζουν ουσιώδη χαρακτηριστικά του ευρωπαϊκού εργατικού δικαίου όπως η ασφάλεια στην απασχόληση, απαλλάσσοντας τις επιχειρήσεις από βασικές υποχρεώσεις τους και ενισχύοντας το μερίδιό τους στην κατανομή του παραγόμενου εισοδήματος.
Συμπερασματικά, η flexicurity ούτε πανάκεια, ούτε καταστροφή, ούτε και μαγική είναι. Αναντίλεκτα, δεν είναι ένα φαινόμενο μονοδιάστατο και μονοσήμαντο, γεγονός που επιβάλλει, πάντοτε, τη πολλαπλή αξιολόγησή της, τόσο οικονομική όσο και κοινωνική. Στις κρίσιμες στιγμές που βιώνει η χώρα μας, δεν πρέπει να μείνουμε στα ευχολόγια αλλά να αναζητήσουμε ένα κατάλληλο κράμα πολιτικών. Πρέπει να αξιολογηθούν οι τρόποι αναπτυξιακής επανεκκίνησης της χώρας, έχοντας ως πυξίδα πάντα την επαρκή θωράκιση των κοινωνικών δικαιωμάτων. Η κοινωνική οικονομία θα μπορούσε να είναι ένα φερέλπιδο πεδίο πολιτικής για την αντιμετώπιση της ανεργίας...

Πηγές:
1. Μιχαλάκη Σοφία, Φιλίνης Κυριάκος, Απλά μαθήματα Δανικής ή η εύρυθμη λειτουργία της αγοράς εργασίας. Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ), Ειδική Μελέτη
2. Γιάννης Κουζής, Ευελιξία και ασφάλεια: Μύθοι και πραγματικότητα, ΙΝΕ/ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ
3. Γιάννης Κουζής, Το Πράσινο Βιβλίο για τις εργασιακές σχέσεις και η flexicurity
4. Κωνσταντίνος Γ. Κούγιας, Παγκοσμιοποίηση και Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Πρότυπο: Τάσεις προς μία νέα Ευρωπαϊκή Κοινωνική Ταυτότητα. Το παράδειγμα της Ευελισφάλειας.
5. Flexicurity και Ευρωπαϊκή Ένωση, Κέντρο Μελετών και Έρευνας Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου